Ο Μπαμπινιώτης τα ορθογραφεί με -ει, «πουσταρειό», δεν ξέρω γιατί. (Η σλανγκαρχιδιά της ημέρας).
Συνώνυμο: Σπάσ' τα και ξαναρίχτα.
Πολύ ενδιαφέρον!
Καραλώλ!
Τιραμισουρεαλιστική διαφήμιση των '80ς: Ένα παιδί τρώει σοκολάτα Μερέντα και μετά παίζει μπάλα και βάζει γκολ. Τον ρωτάνε: «Μα ποιος είσαι τέλος πάντων, ο Μαραντόνα;». Απαντά: «Όχι, ο Μερεντόνα!».
Σπέκια για το μήδι, Παυλεύ!
Μπράβο!! Συμφωνώ απολύτως. Αυτού του είδους του χιούμορ είναι το πιο μπαγαπόντικο και ύπουλο, γιατί, όπως λες, και σ' εξευτελίζει και σου αρνείται το δικαίωμα στην οργή και σε μία λύση του θέματος! Υπάρχουν άνθρωποι που το κάνουν συστηματικά, ως τρόπο ζωής!
Άξιος!!!
Στα! Είναι αντιδάνειο. Εννοείται ότι η συγκεκριμένη σημασία προέρχεται απ' τα αγγλικά, όχι η λέξη.
Τρελό μήδι!
Ξέρει κανείς τον σλάνγκαρχο με νικ «Γίγαντας» που διατηρεί μαγερειό στην οδό Κλεψύδρας στην Πλάκα, πάνω απ' τ΄ ομώνυμο καφέ; Όποιος πελάτης πάει, του λέει (ως γκαρσόνι): «Τι θα πάρει ο πουτσαράς;» (στην κυριολεξία!).
Χαχα, καλό! Βλ. και εμπυρία, η.
Αστεράτος! Πάντως και οι δύο σημασίες του ξε-, και η επιτατική και η στερητική προέρχονται από το εκ, που στον Αόριστο/ Παρατατικό γίνεται εξ-, άμα ακολουθεί φωνήεν, και από παρελθοντικά, όπως εξέφευγον έγινε το ξεφεύγω κι αναλογικά και άλλα.
Η εντύπωσή μου είναι ότι το εκ σημαίνει κάτι που το έχουμε περάσει και το έχουμε αφήσει πίσω μας. Οπότε τα στερητικά «ξεπαγώνω» και «ξεβρακώνομαι» τα κάνω αφού πρώτα έχω «παγώσει» και «βρακώθει». Ενώ τα επιτατικά «ξεσκίζω», «ξεκωλώνομαι» σημαίνουν ότι σκίζω ή ξεκωλώνω τόσο πολύ που το αντικείμενο χάνει την δυνατότητα να αναγνωριστεί ως «ξεσκισμένο», «ξεκωλωμένο». Το «ξε» προσδίδει την ιδιότητα του διαμπερούς στο «ξέσκισμα» κτλ. Ίσως υπάρχουν μόνο κάποιες τελείως νεώτερες-πρόσφατες λέξεις, όπου το «ξε» είναι απλό στερητικό κι έχει χάσει την σημασία του «εκ». Τέσπα, αυτό που θέλω να πω είναι ότι η ρίζα των διαφορετικών «ξε» είναι κοινή απ' το «εκ».
Στος και με άψογη μυδιακή υποστήριξη. Capitonné γαλλιστί, προέρχεται απ' το λατινικό caput-capitis = κεφαλή, αγνοώ με ποιον συνειρμό.
Στος! Ο Ησύχιος μαρτυρεί λέξη σίφα με παρόμοια έννοια, που ίσως είναι η γιαγιά της τσίπας.
Τζίμπα ένα 10άστερο κι από μένα!
Τελικά, παρά την ομπρέλα προέκυψαν δύο νέα συνώνυμα:
-γκαρνταρόμπα
-Ρόμπιν Χουντ.
Καμία ομπρέλα δεν είναι ικανή να αναχαιτίσει την λημματοβροχή των Σλάνγκων!
Πίνει καφέ ο Βλαδίμηρος!
Για 2 εναλλακτικές ερμηνείες βλ. κλουβί, το και φολκσβάγκεν κλούβα.
Πολύ σωστή! Όπως, κατά Αρκά, οι ιεροκήρυκες δεν απειλούν τους μαζόχες με βασανιστήρια στην κόλαση, αλλά με έλλειψη βασανισμών!
Γαλλιστί: debrouillard-e
Στα! Υπήρχε το για έλα να σου ψιχαλίσω δυο φωνήεντα, αλλά όχι το «σφυρίξω». Όπως και να το κάνουμε, άλλο το σφύριγμα, άλλη η ψιχάλα.
«Ρομπέλα» κατά το αναγραμμαντείο!
Φίλε, ανεβάζεις και πολύ ωραία λήμματα, όπως αυτό, κάνε ένα μικρό φιλτράρισμα, πριν ανεβάσεις. (Όχι ότι μου πέφτει λόγος...).
Ενδιαφέρον!
Σωραίος! Σλανγκίζεις ψιλό γαζί!