Θα διαφωνήσω εν μέρει με τον ορισμό
α. γιατί η ελληνική, αργκό ή όχι, μπορεί να συγχωρεί άλλα λάθη (πχ να πει κανείς οι ανθρώποι αντί για οι άνθρωποι), αλλά δεν είναι καθόλου ελαστική στον τρόπο ενέργειας. Μόλις σχηματιστεί η φράση και αυτό που θέλει να πει κανείς, δεν έχει ελευθερία επιλογής. Στην πραγματικότητα είναι το λάθος που προδίδει τους ξένους ομιλητές, ακόμα και εκείνους που μιλούν χρόνια τη γλώσσα μας. Πχ «μπορείς σε παρακαλώ να μου δίνεις το τηλέφωνό σου;» ή «η μαρία με ρώτησε αν θέλουμε να πηγαίνουμε στη θάλασσα» λέγονται μόνο από ξένο, ποτέ από έλληνα, αργκό ή όχι.
β. αυτό που δηλωνει ο εξακολουθητικός τρόπος στα παραδείγματα του λήμματος, σε αντίθεση με τον στιγμιαίο, είναι το «αρχισε να...». Αυτό συμφωνώ είναι πιο πολύ αργκό τρόπος ομιλίας (πχ συντόμευε, μάζευε το τραπέζι, λέγε το μάθημα) και δεν συνηθίζεται στον πιο επίσημο τρόπο ομιλίας
Όπως φαίνεται και από το παράδειγμα, υποπερίπτωση είναι όταν το ξύλο το τρώει ο σύζυγος από τη σύζυγο. Κλασικό παράδειγμα: Πασχάλης και σύζυγος μετά τις αποκαλύψεις περί εξώγαμου
Επίσης μπουλντόζας λεγόταν ο μπαντ σπένσερ στις βιντεοταινίες της δεκαετίας του 80
τσάκα, όχι τσάπα
Στον ορισμό δεν γράφεται τι είναι τελικά η τσούπρα
δόκιμη λέξη με slang πρόσθετη χρήση
πρέπει να μπουν βαθμολογίες και στα σχόλια!
σχετικά με την προφορά, έτσι κόλλησε και το Λούκυ Λουκ, αντί για πχ Λάκι Λουκ που θα διαβάζαμε σήμερα.
προφέρεται εαρέντιλ, ρώτα και την γκαλάντριελ ;)
Η έννοια του «φημολογείται» να μπει ως ορισμός;
Καποια στιγμη ο Σουρης περνουσε απο το σπιτι του Σουτσου και τον βλεπει να τακτοποιει κατι βιβλια... -Ρε Γιωργη, του φωναζει, τι κανεις εκει; -Δεν βλεπεις ρε μπαγασα, απανταει ο αλλος,.....στοιβαζω(στη βαζω)!! Αυτο ο Σουρης το φυλαξε και μια μερα που ο Σουτσος περνουσε απ'το σπιτι του, τον βλεπει στ'ανοιχτο παραθυρο να γραφει κατι σ'ενα χαρτι και τον ρωταει τι κανει, εκεινος του απανταει...«-στιχωνω...ρε Γιωργο....στιχωνω(στην χωνω)»!!
επιτατικό ^, όχι επιτακτικό
Το α' συνθετικό σκυλο- δεν έχει να κάνει με το ζώο, είναι επιτακτικό, δηλαδή σκυλομετανιώνω θα πει μετανιώνω πάρα πολύ, όχι μετανιώνω σαν τους σκύλους. Βλ. επίσης και σκυλοβαριέμαι, σκυλοβρωμάω. Πιθανολογώ ότι το σκυλοβρωμάω βγήκε πρώτα, με την κυριολεκτική σημασία «βρωμάω σαν σκύλος», και κατ' επέκταση «βρωμάω πάρα πολύ» και μετά κατ' αναλογία βγήκαν τα υπόλοιπα, με το σκυλο- να σημαίνει «πάρα πολύ».
Το θέμα βλέπω έχει εξαντληθεί, αλλά ας δώσω και εγώ τον οβολό μου...
Γεγονός είναι ότι οι άντρες διαχρονικά, τις τελευταίες δεκαετίες τουλάχιστον, περνάνε περισσότερες ώρες φροντίζοντας την εμφανισή τους. Ξεκινώντας από το καθημερινό ξύρισμα, κούρεμα, και περνώντας στο λούσιμο (!), στο αποσμητικό, στα αρώματα. Όλα αυτά που σήμερα μας φαίνονται απολύτως φυσιολογικά, θα φαινόντουσαν γυναικείες συνήθειες πριν 100 χρόνια. Το τι μας φαίνεται φυσιολογικό, και το τι μας φαίνεται αισθητικά σωστό, αλλάζει.
Φαίνεται (είναι δική μου υπόθεση αυτό, διορθώστε με αν κάνω λάθος) ότι οι gay είναι λίγο πιο μπροστά από τους υπόλοιπους άντρες, και συχνά αυτό που τώρα κάνουν μόνο οι gay, σε 10 χρόνια αρχίζει να γίνεται του συρμού. Η χρήση αποσμητικού, αρωμάτων και το καθημερινό λούσιμο, που είναι ψωμοτύρι σήμερα για όλους, τη δεκαετία του 80 και πιο πριν χαρακτήριζε κυρίως τους gay. Σήμερα λοιπόν που οι gay κάνουν κάτι με τις τρίχες του σώματος, ίσως να αποτελεί προπομπό για το τι θα κάνουν οι υπόλοιποι άντρες σε 10 χρόνια.
Υπάρχει στα σχόλια μια διχοτόμηση ανάμεσα στο ξύρισμα και στο απολύτως φυσικό. Υπάρχει όμως και η μέση οδός, που συνίσταται στη χρήση κουρευτικής μηχανής. Οι περισσότεροι gay άντρες που ξέρω κονταίνουν τις τρίχες του εφηβαίου και της γάμπας, ενώ κάποιοι λίγοι το προχωρούν περαιταίρω και βάζουν κερί, χαλάουα, αποτριχωτική κρέμα ή ξυράφι. Η πλειοψηφία όμως κάνει μόνο κούρεμα, ενώ οι τελείως νατουρέλ, και οι τελείως ξεπουπουλιασμένοι είναι μειοψηφία. Επειδή λοιπόν αυτό το κάνουν όλοι, έχει επικρατήσει να θεωρείται άσχημο το τελείως φυσικό, και όπως είπα, προβλέπω ότι σιγά σιγά αυτό θα επικρατήσει σε όλους τους άντρες, όχι μόνο τους gay. Θυμηθείτε τα μουνιά, που ως τη δεκαετία του 70 είχαν όλες τις τρίχες στη θέση τους, και σήμερα θεωρείται αφύσικο
Αντίλογος από wikipedia
There is no proof that he ever said «L'État, c'est moi» («I am the state»). Although historians agree that broad decision-making was restricted to Louis and a small circle of advisers, a careful analysis of how the French monarchy functioned in Louis's day will demonstrate numerous qualifications to the conception of Absolutism as one-dimensional autocratic tyranny. In any case, legal documents clearly distinguished between the monarch as a person and his kingdom. In support of this latter interpretation of facts, Louis is recorded by numerous eyewitnesses as having said on his deathbed: «Je m'en vais, mais l'État demeurera toujours.» («I depart, but the State shall always remain.»
Προέρχεται από τις ένοπλες δυνάμεις και τις ένστολες υπηρεσίες (αστυνομία, πυροσβεστική, λιμενικό), οι οποίες αποκαλούν πολιτικά ρούχα αυτό που δεν είναι στολή
κατεβάζει το σφηνάκι χωρίς να το πιάσει με τα χέρια. μάλλον εννοεί ότι το κατεβάζει χωρίς καθόλου να διστάσει;
τι είναι όλισβος; το ντίλντο της;
και τηνκανά
Ανήκει στα εις -καύλης, που σημαίνουν γενικά κάποιον χαρακτηρισμό για άντρα
Εγώ τα έχω ακούσει ως φενίκια
Θα πρέπει να φτιάξω νέο λήμμα «τσίμα», δεν λέγεται ποτέ τσίμα-τσίμα στην ιστιοπλοΐα
Και άνχης, από το αντισυνταγματάρχης. Οι υπόλοιπες συντμήσεις (Σγος κλπ) δεν είναι αρκετά εύηχες και δε λέγονται
Δεν πιανόταν, δηλαδή δε μετρούσε; Ή δεν μπορούσε να το πιάσει ο τερματοφύλακας;
H κοινωνία τους κρίνει υπερπλήρεις;
Μήπως έπρεπε να γράφει ο ορισμός ότι η κοινωνία τους κρίνει ακατάρτιστους;
Μα είστε τόσο χλίδα, και τόσο το φυσάτε, που και τα κεφτεδάκια στο χρυσάφι τα τυλάτε; Από ημισκούμπρια, χορεύοντας με το λίπος
Γενική του κώλου είναι η ακριβέστερη ταξινόμηση
ΠεριοδεύΩν είναι όμως
Και αντικοκό λέγεται. Και ο μάγειρας στάνταρ σε δούλευε στεγνά
Είναι πειστικά τα παραδείγματα, και αρχίζω να πείθομαι... Νομίζω όμως ότι το φαινόμενο της αντικατάστασης όπως γράφεις, δεν είναι γενικευμένο. Αν και πέτυχες διάνα μάλλον, ότι υπάρχει προτίμηση στα συνειρημμένα, ακόμα και εκεί υπάρχουν εξαιρέσεις. Πχ γάμησέ τον τον βλάκα θα πει κανείς (δηλ. αγνόησέ τον) και μάλλον όχι γάμα τον τον βλάκα (χωρίς να αποκλείεται και τελείως)