Εγώ το έχω ακουστά ως ξεψωλιάζω.
Πάντως για τα έξοδα της συνάντας λέω να ζητήσουμε ποσοστά από τους ημισκούμπριους, με τόση διαφήμιση που κάναμε στον γκαϊφέ. 35 ποστάκια and still counting.
Ε, όταν έλεγα σημαιάκι κάτι τέτοιο εννούσα.
Αμα είναι έτσι πανκελή μου έλα από Ναϊρόμπι, και φέρε και το μαχαίρι. Σακούλα θα βρεθεί (ξέρεις εσύ).
Ρε μοντουλαίοι, σοβαρά τώρα.......(η τεχνικής φύσεως ερώτηση εννοείται).
Στη Μάνη τους λένε πανκέους :-)
Για την ακρίβεια, στην επαγγελματική αργκό των αγγειοπλαστών, μπαντανάς είναι ο πολύ αραιωμένος λευκός πηλός με τον οποίο καλύπτουν κεραμικά φτιαγμένα από κόκκινο πηλό, για να μπορέσουν μετά να τα διακοσμήσουν, εφόσον το κόκκινο φόντο θα «έτρωγε» τα χρώματα αν ζωγράφιζαν απευθείας πάνω του.
Πω ρε πούστη μου τι έχω χασει...Εμένα πάντως θα με γνωρίσετε απο τις ζαρτιέρες.
Ε, μα το βρίσκεις λογικό και επιστημονικό να κάνουμε όλοι μαζί τους χτικιάρηδες γκάχα γκούχα σλανγκ ; Χώρια που παίζει και να μας μαζέψουνε σούμπιτους για το Σωτηρία. Πώς σας κατέβηκε ήθελα να 'ξερα....
Κάδμε, σε ντο κράζονα δεν είναι ;
Ρε παιδιά, βάλτε ένα σημαιάκι στο τραπέζι, ξέρω γω ;
Ενα Κυπριακό ετυμολογικό Λεξικό που έχω ανάγει το κυπραίϊκο δικλώ = κοιτάζω στο λατινικό vigilare = αγρυπνώ, προσέχω (από κει βεβαίως και η βίγλα). Δίνει ως ουσιαστικό το δίκλημαν = κοίταγμα.
Επειδή δεν τόχω με τη συγκεκριμένη διάλεκτο, κάνας άλλος ;
Γιατί μωρέ, ίσα ίσα που το ωμέγα παραπέμπει στο περιεχόμενο της κιλότας. Μια χαρά είσαι.
Mr Cadmus help me please !!! Αφτούνες θα μι κατασπαράξ'νε στουν ανθό απάν'.
Δηλαδή κορίτσια δεν (θα) είναι πρωταπριλιάτικο ;
Ασε μάνα τον γκαϊφέ, θα πιώ στο μαγαζί
αν αργήσω θα με σκίσει ο εργοδότης ο ναζί.
(1/2σκούμπρια δεν είναι αυτό ;)
Πάντως, οι τουρκόφωνοι που έχω πρόχειρους δεν ξέρουν από πού βγαίνει η έκφραση, ούτε γιατί χρησιμοποιείται η λέξη dalyan, ούτε ότι είχε και την σημασία ντουφέκι. Τζίφος δηλαδή.
...ακούσας δε ο Τούρκος ταις φούνταις της σακούλας είπε, νισάφι βρε, δεν ξαναβρίζω πιά (και μετά κλάσανε στο γέλιο όλοι μαζί).
Μισό να ενημερώσω τον Γεώργιο Ζάκκη να τσεκάρει τα μάτια του ο άθρωπας.
Χαν, γεννηθήτω το θέλημά Σου. Παραθέτω αποσπάσματα σχετικά με τον Κασομούλη από το βιβλίο του Κυριάκου Σιμόπουλου «Η γλώσσα και το '21», εκδ. Στάχυ.
Τραγική είναι η περίπτωση του [...] Νικόλα Κασομούλη. Ρίχτηκε από την πρώτη στιγμή στον αγώνα [...], κατάγραψε μετά την απελευθέρωση [...] τα «ενθυμήματά» του [...]αντί να χρησιμοποιήσει τη μητρική του γλώσσα [...] κατέφυγε [...] στο ψευτολόγιο ιδίωμα των εφημερίδων [...] Το αποτέλεσμα ήταν θλιβερό [...] αγνοεί τη λόγια γλώσσα [...] δημιουργεί φραστικά τέρατα. Η τουφεκίστρα των αγωνιστών γίνεται «σκοπιά», το κάστρο «φρούριον», το χαντάκι «τάφρος» και το κανόνι «πυροβόλον», οι πάσσαρες της λιμνοθάλασσας «πλοία», η ντάπια «προμαχών», ο μακελλάρης «μακελεύς», οι γιαταγανλήδες της φρουράς «ξιφήρεις», το λαγούμι «υπόνομος», η ορμήνεια μεταβάλλεται σε «ερμηνεία». Γράφει ακόμα : «ειρέθη» αντί ειπώθηκε, «κονδάρι», έλαβε αφορμή« αντί αφώρμισε η πληγή, ψαύω αντί ψάχνω, »του Ανδρέος«, »ο Μαυροκορδάτος εδέχθη το Γενικό Γραμματεύ της Επικρατείας«, »τον εζώγρησε εις τον πόδα« αντί τον τραυμάτισε, »τας κλεις της πόλεως«, »πελεκάτωρ«, »πανικόν πυρ« δηλ. γενικό τουφεκίδι, »και όλα« αντί κιόλας, »γαλήναις θαλάσσης« αντί μπουνάτσες [...] »αισχροκέρδεια« αντί χρηματική ανάγκη [...] »είδα όπου είδα« αντί είδα κι απόειδα [...]
Και τα λοιπά. Νομίζω ότι το »κονδάρι« μας εξηγεί από ποιά ασθένεια απεβίωσε ο »σύνδροφος«.
@ Χαν : Για το «σύνδροφος», ειδικά στον Κασομούλη κάνει μνεία ο Κ. Σιμόπουλος στο βιβλιαράκι του «Η γλώσσα και το '21». Λέω «βιβλιαράκι» επειδή ο Σιμόπουλος συνήθως έγραφε ογκόλιθους, αλλά το συγκεκριμένο είναι μικρό. Κατά τον Σιμόπουλο λοιπόν, ο Κασομούλης προσπάθησε στα Απομνημονεύματά του να το παίξει γραμματιζούμενος, και το κείμενό του είναι γεμάτο τέτοιες ελληνικούρες τις οποίες ξεπατίκωνε από τους διάφορους καλαμαράδες Φαναριώτες. Βλέπε και το ύφος/λεξιλόγιο που χρησιμοποίησα στο παραπάνω σχόλιό μου. Αν δεν έχεις το βιβλίο, μπορώ να επανέλθω δημήτριος περί Κασομούλη.
Ναι.
Τω Πανυπερσεβάστω και Εκλαμπροτάτω Αυθέντει Χαν,
Την περισπούδαστόν μοι Εκλαμπρότητά Σας ταπεινώς ευχόμενος ασπάζομαι υπερήδιστα και δουλικώς προσκυνώ. Εκ του θαυμαστού κειμένου Σας ορμώμενος, έμπλεος εθνικής εξάρσεως, καγώ μετά της Υψηλότητός Σας κραυγάζω κατένατι των μισητών εχθρών : Όξω κοπρίτες !!!
Της Εξοχότητός Σας ταπεινότατος και υποκλινέστατος δούλος,
Οδυνόσαυρος.
Πραγματικός διάλογος στη Σαμοθράκη, μεταξύ τουρίστα και ντόπιου :
- Πότε θα έρθει το φορτηγό του Δήμου να πάρει τα σκουπίδια ;
- Αύριο, αλλά δεν είναι του Δήμου, του Κώστα είναι.
Χώρια που τον κάνανε και λόρδο.
Τι να πεις, του 'χουνε κάνει και άγαλμα και του δώσανε και ολόκληρη πλατεία στο κέντρο...
(όχι, δεν ήμουνα εγώ. Εγώ την έκανα, είπαμε)
Αχαχαχαααααααχαχαχαχα !!!!!
Αυτό είναι (η μαύρη) αλήθεια ανηψιέ.
Το kavli που ακολουθεί το κάνω δώρο στο σάιτ έτσι για να δείτε τι ξηγημένο παιδί είμαι ρε :-D Τυχόν επιστροφή του δώρου θα θεωρηθεί μέγιστη προσβολή μου-α-χα-χα.
Σύμφωνα λοιπόν με το Οθωμανο-Τουρκικό λεξικό που έχω στην κατοχή Μου, το αραβικό >οθωμανικό
kavl σημαίνει λόγος, έκφραση, μιλιά. Από κει βγαίνει και το οθωμανικό kavli = σχετικός με τον λόγο, την ομιλία.
(Όπως τα γράφει το λεξικό, το -i- παίρνει αξάν σιρκονφλέξ από πάνω, σαν καπότα ένα πράμα, αλλά δεν ξέρω πώς να το γράψω και είπα, δε γαμιέται, ας πάει να βρεί μόνο του).
Έτσι λοιπόν τα λέει το Küçük Osmanlıca - Türkçe Sözlük, ήτοι Μικρό Οθωμανο-Τουρκικό Λεξικό του Mustafa Nihat Özön, εκδόσεις İnkılap Kitabevi, 6η έκδοση, Δεκ. 2000. Τα σχόλια, νομίζω, περιττεύουν.
Χο-χο αυτό το γράφω για να ζηλέψεις. Εχω και αναπτηρόνι σαν της φωτό, αλλά έχω και ίσκα, πριόβολο και στουρνάρι που ανάβεις την ίσκα χτυπώντας το σιδεράκι στο στουρνάρι. Απαξ ή δίπαξ του έτους ανάβω κάνα τσιγάρο έτσι, για να μην ξεχνιόμαστε. Αν θυμάμαι καλά τις εξηγήσεις του πατέρα μου, η επεξεργασία του μύκητα περιλαμβάνει βράσιμο με στάχτη. Αμα θες λεπτομέρειες να τον ξαναρωτήσω, αν τα ξέρει όλα δλδ.
Πάντως είναι εντυπωσιακό το πόσο εύκολα πιάνει η κατεργασμένη ίσκα με μια τόση δα σπιθίτσα.
Η έκφραση χρονολογείται τουλάχιστον από την εποχή των βαλκανικών πολέμων, αφού εντοπίζεται σε αφήγηση βετεράνου, σχετικά με τον βιασμό βουλγαροκορασίδων.
Δεν έχω το κείμενο πρόχειρο, αλλά το καταγράφει ο Σιμόπουλος στο «Βασανιστήρια και Εξουσία».