Στος! Σύντομα πέρασε η σκυτάλη στο δεκατεσάρ'. Στη συνέχεια η γενιά του χρηματιστηρίου στράφηκε σε καραουισκάκια τ. ο Γιάννης που πορπατάει η δε γενιά των 700 εκατομμυρίων ευρώ σε λαγκαβούλια και γριές πουλτνάνες.
Παραδόξως η 17χρονη Μπαλαντάινζ θεωρείται σήμερα από τα πιο ψαγμένη malt.
Έστειλα αναφορά στα μοντουλιανά.
Γαμώτο, λάθος έγραψα το λήμμα!
ΝυφοΜπάζαρο, όχι νυφοπάζαρο!
Le charme indiscret de la ligdotagare
Βλ. επίσης: παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι
Ο τάδε είναι σε μια κατηγορία από μόνος του (in a category by himself).
Τυπογραφικό λάθος στο λήμμαν:
τζαρτάρισμα, τζαρτζάρω -> τζαρτζάρισμα, τζαρτζάρω
Να μη το μπερδεύουμε με τον στρογγανόβλαχο.
Ευχαριστώ, εκ μέρους του μακαρίτη.
Η σλανγκιά προέρχεται από καψόνι καραβανάδων προς νεοσύλλεκτους για το στρώσιμο των κραβατιώνε: «να το κάνετε σαν τζάμι». Το τέλεια στρωμένο κρεβάτι συνεπώς αποκαλείτο «τζάμι», έκφραση που μοιραία αυτονομήθηκε.
Βλ. και μπιμπερόπουστας :-)
Βλ. και πλεξοτανίλ :-)
Γνωστό κι ως κιμωνό. Εργαλείο μπαγαποντοκοπτικής του μπαγαποντοδότη.
Δεν πειράζει, είναι τσιμπούκι στέρεο.
Σε παγκόσμια πρωτιά παρουσιάζω το λήμμαν τζιλφίδιο (το μιλφίδιο, 20+ χρόνια μετά). Να μας ζήσει!
Γάμησες με τα μήδια!
Εναλλακτικά, και για χάρη πληρότητας:
Θεμελιώδης ξύλινη σλανγκιά της μεταπολίτευσης, εσχάτως φοριέται από καραμανλικούς εις βάρος ακροδεξιώνε στη Νέα Δημοπρασία τ. Μπαλτάκου, Μπουμπούκου και δεν συμμαζεύεται.
Με πρόλαβες, πούστη άντρα!
«Είσαι το ίδιο πουστόγερος όπως ο συνονόματός σου»
Μπενίτο Τούρκογλου προς Απόστολο Κακλαμάνη, αναφερόμενος στον Ομέρ Πριόνη (εδώ)
Also sprach Zarapustra
Ιάσονα, κι εγώ σ' αγαπώ.
malt=> blend