Το ξέρω, ξεχασμένος γαλλισμός είναι, τι νομίσατε ρε, ότι βγαίνανε βόλτα οι κοπελιές στη Φραγκιά με το απαυτό ανά χείρας; Έλα Παναγία μου, χαρτοφύλακα βαστάγανε les chaperdones, άντε ανοίχτε κάνα ντιξιοναίρ να ξεστραβωθείτε.

Τεσπα, από το παράδειγμα υπ' αρθιμόν ένα ανθιζόμεθα ότι η λέξη ήταν αν μη τι άλλο κατανοητή, τουλάχιστον σε ελληνικό μεσοπολεμικό αστικό περιβάλλον (για παραέξω δεν το κόβω). Κι όσο για τις χειροποίητες σερβιέτες υγειονομικού ενδιαφέροντος, αν θυμάμαι καλά σκέτο(;) πανιά τις λέγανε ανά την επικράτεια.

  1. Από πού βγήκανε και ξεχυθήκαν αυτά τα πλήθη των γυναικών στο Παρίσι; [...] Γυναίκες φοιτήτριες, υπάλληλες, μιντινέτες, γκαρσόνες [...] Γυναίκες, που βαστάνε στην αμασκάλη ή στο χέρι μια σερβιέτα με βιβλία ή νότες, βιολιά μέσα στη θήκη τους, παλέτες ή πινέλα [...]

(Χωρίον ανερυθριάστως κατσικωθέν από το βιβλίο «Κώστας Βάρναλης. Γράμματα από το Παρίσι», εκδ. Αρχείο 2013 ).

  1. Ο ανόητος μεταφραστής των «Καπετάνιων» του Ντομινίκ Έντ περιγράφει το αρχείο του Άρη τυλιγμένο σε μια πετσέτα, επειδή η γαλλική λέξη serviette έχει διττή σημασία (: πετσέτα, πεσκίρι, και, χαρτοφύλακας ).

Η. Πετρόπουλου «Ο κουραδοκόφτης», εκδ. Νεφέλη.

  1. Σερβιέτα φοράνε στη Σερβία. Στη Ρωσία φοράνε σοβιέτα.

«Είτε παίδες Ελλήνων, είτε παίδες βαρβάρων»
Δ. Ν. Μαρκόπουλος, Αθήνα 1994.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
deinosavros

Καλά, τη β' παράγραφο του ορισμού τη γάμησα λιγουλάκι και βγήκε ό,τι νάναι, αλλά εν πάση, καταλαβαινόμαστε...

#2
σφυρίζων

Σερβιέτες αποκαλούνται και οι εκ Република Србија ορμώμενες γκομενjίτσες.

#3
Khan

Αυτήν την φορά με πρόλαβες εσύ ;)

#4
Khan

Πάντως, τo λολοπαίγνιο σερβιέτα= Σερβίδα δίνει ένα μοναδικό γουγλικό εύρημα εδώ, συν άλλο ἐνα λολοπαίγνιο στο Φέισμπουκ όπου όμως ως σερβιέτες χαρακτηρίζονται οι Ελληνίδες αντιτιθέμενες προς τις Σερβίδες.

#5
Khan

Τώρα πλέον που στέλνονται σερβιέτες στην Σερβία λόγω πλημμύρας το λολοπαίγνιο (αμφιβόλου γούστου) έχει γίνει και ινσέψιο.