Λολοπαίγνιο στο νυφοπάζαρο και το μπάζο: τόπος κοινωνικής συνάντησης, όπου γίνονται γνωριμίες ανάμεσα σε ανύπαντρους άντρες και κακάσχημες γυναίκες, με σκοπό τον γάμο. Γνωστό σκέτα κι ως μπαζάρ.
Κλόπυ ράιτ: Λεξιλόγια, εδώ.
- Διάβασα στο Φραπέ ότι παίζει τρελό νυφοπάζαρο στο Καβούρι. Πήγα, αλλά τι να δω; Την Αφροξυλάνθη το κλανόμπαζο, την Ευθανασία το λιγδοτάγαρο κι ένα τσούρμο buffalo gurlz. Ξάφνου μου την έπεσε μια βολική αρκούδα με pretty bra. Φώναξα πίσω γορίλα, ούτε με ξένο πούτσο!
- Ίου, συναγωνιστή, κανονικό νυφομπάζαρο!
4 comments
σφυρίζων
Γαμώτο, λάθος έγραψα το λήμμα!
ΝυφοΜπάζαρο, όχι νυφοπάζαρο!
Mpiliardakias
Αυτό θα πρότεινα αμέσως τώρα, να ξαναγραφτεί με την προσθήκη του «μ».
Khan
Πολύ καλή λεξιπλασία, αναδεικνύει τα σύγχρονα διαδικτυακά νυφοπάζαρα στο τι είναι πραγματικά.
σφυρίζων
Έστειλα αναφορά στα μοντουλιανά.