Έκφραση στα καλιαρντά που σημαίνει «γιατί να συμβεί;».

Το πουρκέ προφανώς είναι απο απο το Ιταλικό perche. Το υπόλοιπο είναι πιθανόν ψευτογαλλικό.

Αχ μου έτζασε με το γαργαρότεκνο η λούγκρα! Πουρκέ ντε σκεντέ σε μένα τη ψαμμοσκελού;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified