Επιδίδομαι σε ερωτικές αταξίες, μπερμπαντεύω, ερωτοτροπώ.

Στο Λεξικό Μπαμπινιώτη δίνεται η εξής ετυμολογία: Από το αρχαίο σιληπορδώ με τσιτακισμό, όπου το β' συνθετικό είναι η λέξη πορδή. Για το πρώτο συνθετικό, άλλοι λένε ότι πρόκειται για τον αρχηγό των Σατύρων Σιληνόν, ενώ άλλοι για το ρήμα τιλώ = έχω διάρροια.

Έχει ηνταρίσει ο Επαμεινώνδας κι ακόμα τσιλημπουρδίζει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
GATZMAN

Ο Γερο Παμίνος, έχει αρχίσει να γίνεταιπρώτη μουρη στο καβόυρι