1. Το αντίθετο του λολιτοφάγου. (Από το πουρό + killer). Ο πουροδολοφόνος. Αυτός που την βρίσκει μόνο με ώριμες και υπερώριμες κυρίες. Μερικοί τον αποκαλούν και νεκροθάφτη.

  2. Αυτός που έχει ως επάγγελμα την ως άνω ασχολία. Το ζιγκόλι.

Ο Παναγιώτης είναι ο μεγαλύτερος χομπίστας πουροκίλερ του Βύρωνα και των γύρω περιοχών.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
GATZMAN

Μας προέκυψε ροκάς