Ο παίκτης όργανου (εργαλείο φυσικό ή τεχνητό που χρησιμεύει για παραγωγή έργου / κατασκεύασμα που παράγει ήχους / μέρος ζώντος σώματος, που επιτελεί ειδική λειτουργία αναγκαία για τη ζωή π.χ. μπαργαλάτσος).

Στην περίπτωση του υπό εξαφάνιση λατερνατζή έχουμε την κατηγορία φουκαρά φτωχού, πλην τιμίου, οικοδόμου και αυτού που είναι στο τσακ να φύγει για τη ζούγκλα με τον Ταρζάν για να μη πάρει τη λατέρνα και γυρίζει σαν την άδικη κατάρα.

Ο οργανοπαίκτης μπορεί να παίζει έγχορδο (ανήκει στη κατηγορία του μπαγλαμά, μπουζουκιού), πνευστό (κατηγορία ούφο με σκούφο - και με φλογέρα, πιπού), κρουστό (κατηγορία μαλακίας).

Το Λίλιαν δε το φτάνει ούτε ο Σαλέας!!

Μεγάλος οργανοπαίκτης ο Φρίξος. Που τον χάνεις που τον βρίσκεις κολλημένο σε μια οθόνη με καουμπόικα.

(από vip, 22/03/09)(από vip, 22/03/09)(από vip, 22/03/09)(από vip, 22/03/09)(από vip, 22/03/09)

Δες και ψωλίστ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified