Κατά το «αιμοβόρος», αυτός-ή που ορμάει σαν αρπακτικό μόλις μυριστεί σπέρμα και το κατασπαράσσει σαν καλός νοικοκύρης-ά που είναι.

Σημειωτέον ότι, η λέξη «μοβόρος» μπορεί να παραχθεί και από το «σπερμοβόρος».

Πολύ μοβόρος αυτός ο Πέρι! Έχει χύσει το σπέρμα πολλών ιθαγενών εκεί στο Αμπιτζάν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified