Αλβανός + τζούρα.

Αυτός ο οποίος καπνίζει αμφιβόλου ποιότητας/φθηνότερη κάνναβη. Φτηνιάρης, φτωχός, λιτός.

  1. -Σας μυρίζει κάτι;
    -Εκείνοι οι αλβανίτζουρες ντουμάνιασαν μέχρι εδώ.

  2. Μου θέλει και γκόμενα ο αλβανίτζουρας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Dirty Talking

Γεια σου Thor ftp!

#2
xalikoutis

και γαμώ τα καλωσορισματα του κάνες του Θεού ρε ντέρτι

Thor ftp σπεκ για την σπάνια κατάληξη σε -ίτζουρας.

#3
Dirty Talking

Δεν ξέρω, μήπως με το αναγραμμαντείο διώχνουμε κόσμο; Πάντως, ο Ιωνάς καταφέρνει μέσω αναγραμματισμού να κάνει κομπλιμέντα, ο μόνος!

#4
xalikoutis

όχι ρε σιγά.... απλά ξέχασα ένα ;P εκεί πάνω

#5
ο αυτοκτονημενος

ολα καλα παμε παρακατω

#6
poniroskylo

Κατ' αναλογίαν προς το χλιμίτζουρας, νομίζω.