Επιφέρω οίδημα των όρχεων, κοινώς σπάω τα νεύρα κάποιου. Σχετικό με το μας τα 'χεις κάνει τσουρέκια, ενώ ο πρήκτωρ ονομάζεται πρηξαρχίδι.
- Ρε συ, την πουλεύουμε;
- Έλα ρε γαμώ, χίλιες φορές μου τό 'πες, μη μου τα τσουρεκώνεις!
Επιφέρω οίδημα των όρχεων, κοινώς σπάω τα νεύρα κάποιου. Σχετικό με το μας τα 'χεις κάνει τσουρέκια, ενώ ο πρήκτωρ ονομάζεται πρηξαρχίδι.
- Ρε συ, την πουλεύουμε;
- Έλα ρε γαμώ, χίλιες φορές μου τό 'πες, μη μου τα τσουρεκώνεις!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
0 comments