Έκφραση ομπρέλα, που αναφέρεται στην ιδιότητα του ατόμου να αποφεύγει να κάνει κάτι.
Χρησιμοποιείται επίσης η εξής παραλλαγή της:
Αυτός / αυτή είναι μαλωμένος /-η με...
Διάφορα παραδείγματα με τα οποία μπορεί οποιοσδήποτε να έχει μαλώσει (και η σημειολογία τους):
την αλήθεια - αθεράπευτος ψεύτης
το σαπούνι, το rexona, το νερό - αθεράπευτα βρωμερός
το άλλο φύλο - αθεράπευτα μπακούρι
τους περιπτεράδες - φοβερός τρακαδόρος
τα δίχτυα - φοβερός χασογκόλης
το καλάθι - δεν σταυρώνει καλάθι
τον Θεό - συνειδητά άθρησκος
την κιλότα της - δεν χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο αξεσουάρ
το σουτιέν της- δεν χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο αξεσουάρ
τα τζιν - συνεχώς κουστουμαρισμένος
τη μουσική - κακοφωνίξ
το ρολόι του - αιώνια καθυστερημένος
την τεχνολογία - αυτοί που έχουν ακόμα πικάπ, και βίντεο κ.λπ.
τους στύλους της ΔΕΗ - ατζαμής
τα φλας - δεν χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο λεβιεδάκι
τα φρένα – [καβλόγκαζος]
τον εαυτό του - μονόχνωτος
τον εαυτό της - ξινή
τον γάμο - γεροντοκόρη
το χιούμορ – μουρτζούφλης
την πραγματικότητα - αρχές σχιζοφρένειας
το σπίτι του - ξενύχτης
τον καθρέφτη - αχτένιστος
τον οδοντογιατρό του - φαφούτης
τις διπλές - γκαντέμης στο τάβλι
τους μπαλαντέρ - γκαντέμης σε κουμ καν, θανάση, μπιρίμπα
την ορθογραφία – ανωρθώγραφως [sic]
τα τασάκια - πετάει τις στάχτες ολούθε
τη δουλειά - τεμπέλης (λέμε και το βρήκε τρίχα στη δουλειά)
το ξυραφάκι - μονίμως αξύριστος/η
το σύμπαν - του φταίνε όλα (ειδικά αυτός δεν πιάνεται από πουθενά)
5 comments
Fotis Nitsiopoulos
Συμπληρώνοντας το μεστό λήμμα σου θα πρόσθετα, έχει μαλώσει με :
- τη δουλειά - τεμπέλης ( λέμε και το βρήκε τρίχα στη δουλειά )
- το ξυραφάκι - μονιμως αξύριστος
- το σύμπαν - του φταίνε όλα ( ειδικά αυτός δεν πιάνεται από πουθενά )
electron
εννοείται οτι θα γίνει αναφορά και θα μπουν όλα στον ορισμό
Fotis Nitsiopoulos
Χαίρομαι. Δε σνομπάρεις το σχόλιο και θέλεις να βελτιωθεί. Γνήσιος σλάνγκος
Vrastaman
Θεμελιώδες!
PUNKELISD
Ήμουν έτοιμος να το ανεβάσω ως «τσακωμένος με» και (ευτυχώς) έπεσα τυχαία εδώ!
Σωστότατος πάντως.