Ο τυπάς που ξημεροβραδιάζεται στις τσόντες.
Αυτός που νομίζει ότι η καθημερινή του ζωή είναι μια τσόντα
Ρε συ ξέρεις όλες τις πορνοστάρ απ' έξω, τσόνταρχος έχεις γίνει.
Ο τυπάς που ξημεροβραδιάζεται στις τσόντες.
Αυτός που νομίζει ότι η καθημερινή του ζωή είναι μια τσόντα
Ρε συ ξέρεις όλες τις πορνοστάρ απ' έξω, τσόνταρχος έχεις γίνει.
βλ. και τσοντόβιος, πορνόβιος
Got a better definition? Add it!
1 comment
The_Tongue
Φτηνός νεολογισμός -.-