Κοψοχολιάζω κάποιον: τρομάζω πολύ κάποιον. Χρησιμοποιείται συνήθως στην παθητική, όταν δηλαδή εμείς είμαστε οι παθόντες, οι αποδέκτες του τρομάγματος (ήτοι: «με κοψοχόλιασες»).
Συναντάται συχνά και ως «μου 'κοψες τη χολή».
Να μη συγχέεται με το «χολιάζω», το οποίο σημαίνει κακιώνω, βγάζω «χολή» (=κακία).
- Τσα!
- Ασταδιάλα ρε, με κοψοχόλιασες...
13 comments
Jonas
Που έκανα λάθος στον ορισμό ρε ψηλέ; Έτσι, για την ιστορία..
iron
θα μείνεις και συ με την απορία νομίζω...
Επισκέπτης
Mηπως γιατί υπάρχει ήδη σε διάφορα λεξικά με ακριβώς την ίδια έννοια;
johnblack
Δεν έχω βαθμολογήσει το λήμμα, είναι όμως κτγμ προφανής ο λόγος της χαμηλής βαθμολογίας που συγκεντρώνει: Υπάρχει αυτούσιο στον Μπάμπη. Εμείς όμως εδώ υποτίθεται πως θέλουμε να πάμε ένα βήμα παραπέρα. Iron είναι προς τιμήν σου που κατέβασες το «ξερατό». Φρονώ πως η προσπάθεια ξεσκαρταρίσματος πρέπει να συνεχιστεί εντατικώ τω τρόπω.
MXΣ
Σαν slang θα ήταν και γαμώ αν υπήρχε ορισμός «κοψοχολιαζω = κόβω την δόση της ηρωινης με ουσία που της δίνει πικρή γευση ή τσούζει κατα το χτυπημα». Αλλα δυστυχως, δεν υπάρχει...
aias.ath
Ψυχραιμία κύριοι!
Ναί μὲν ἔχει περάσει στὴ γενικὴ χρῆσι, κάποτε ὅμως ἦτο σλάνγκ, ἐφ' ὅσον δὲν ἦτο κυριολεξία.
Τὸ ἧπαρ ἐθεωρεῖτο παλαιὰ ὡς ἡ ἕδρα τῶν συναισθημάτων. Ὅταν λοιπὸν κάποιος τρόμαζε, ἐθεωρεῖτο φυσικὸ νὰ πάθῃ χολόστασι (νὰ «κοπῇ» ἡ ροὴ τῆς χολῆς του) καὶ νὰ ἀναπτύξῃ ἵκτερον (κιτρίνιζε δλδ). Παρ' ὅτι κάτι τέτοιο δὲν παρατηρεῖται στὴν πρᾶξι, ὁ λαὸς ἐθεώρησε ὅτι ἀληθεύει ἀκόμη καὶ τὸ ἀνάποδο: Αὐτὸς ποὺ ἔχει ἵκτερο, κατὰ πᾶσα πιθανότητα θὰ τρόμαξε(!!!). Λαϊκὲς πεποιθήσεις εἶναι αὐτές, δὲν μπορεῖς νὰ πῇς τπτς. Σὲ τέτοιες περιπτώσεις ἐκαλεῖτο λοιπόν ὁ μπαρμπέρης νὰ «κόψῃ τὴ χολή» (κοψοχόλιασμα), νὰ κάνῃ δηλαδὴ μιὰ τομοῦλα στὸ χαλινὸ τῆς γλώσσης, ἀπ' ὅπου θὰ ἐξέρεε, ὑποτίθεται, ἡ χολή, καὶ θὰ καθάριζε τὸ αἶμα.
Φαντάζομαι ὅτι εἶναι Ἑβραῖος γνωστὸν ὅτι ὁ ἐπαγγελματικὸς πρόδρομος τοῦ χειρουργοῦ εἶναι ὁ μπαρμέρης. Καὶ εἶναι φυσικόν, διότι διέθετε τὰ κατάλληλα ἐργαλεῖα καὶ ἦτο ἐξοικιωμένος μὲ τὴ χρῆσι τους σὲ ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι μάλιστα τὸν ἐνεπιστεύοντο. Ἔτσι λοιπὸν οἱ μπαρμέρηδες καυτηρίαζαν ἢ ἔκοβαν σπίλους, ἀκροχορδῶνες καὶ θηλώματα, σταματοῦσαν μικροαιμορραγίες μὲ «στῦψι», ἔβαζαν (ἀ)βδέλες, ἔκαναν φλεβοτομίες κλπ. Ἐξ αὐτῆς τῆς αἰτίας μάλιστα οἱ Ἄγγλοι χοιρουργοὶ δὲν προσφωνοῦνται ὡς Doctor ἀλλὰ ὡς Mister.
HODJAS
Ορθότατος ο Μέδικος!
Να σημειωθεί οτι επίσης η έκφραση «μου' κοψες το αίμα», δεν έχει καμία σχέση με (εκ)τομή με οξύ εργαλείο, αλλά οτι «κόβει» (=λιμνάζει-δεν ρέει φυσιολογικά) όπως ακριβώς ένα αποτυχημένο αυγολέμονο.
Σχετική έκφραση στην αγγλική blood-curdling (curdle=κόβει η σούπα κλπ).
HODJAS
Α! Ξέχασα, οτι λιμνάζει το αίμα συνεπεία καρδιαγγειακής εκπτώσεως (collapsus), π.χ. σε περίπτωση απότομης διακοπής χρήσης οπιούχων, έτσι δεν είναι Μαχάονά μου;
jesus
@aias: νομίζω ότι η ηλικία της λέξης της απαγορεύει να χαρακτηριστεί σλανγκ. λογικά θα είναι πολύ παλιά κ το φαινόμενο της αργκό έξω από (όσο στρεβλό κ τραβηγμένο απ' τα μαλλιά κι ας είναι) αστικό περιβάλλον δεν μπορεί να νοηθεί.
jesus
το έγραψα βιαστικά, ένιγουέι, λέξη που χρησιμοποιούνταν από πάντα στα χωριά δεν μπορεί να νοηθεί ως σλανγκ, παρά ως καθομιλουμένη της ελληνικής επαρχίας του χι-ψι αιώνα κ κείθε.
MXΣ
Υπάρχει και το ρήμα «χολοσκάω» το οποίο δεν γνωρίζω αν έχει λημματογραφηθεί στα mainstream λεξικά (γιατί δεν έχω ούτε ένα).
jesus
τσίμπα ένα;)
jesus
(για την ιστορία, που λέει κ ο φίλος γιόνας, βαθμός κάτω από τρία στον ορισμό είναι αδικαιολόγητος, γιατί ο ορισμός ΔΕΝ είναι λάθος)