Κοψοχολιάζω κάποιον: τρομάζω πολύ κάποιον. Χρησιμοποιείται συνήθως στην παθητική, όταν δηλαδή εμείς είμαστε οι παθόντες, οι αποδέκτες του τρομάγματος (ήτοι: «με κοψοχόλιασες»).

Συναντάται συχνά και ως «μου 'κοψες τη χολή».

Να μη συγχέεται με το «χολιάζω», το οποίο σημαίνει κακιώνω, βγάζω «χολή» (=κακία).

- Τσα!
- Ασταδιάλα ρε, με κοψοχόλιασες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Jonas

Που έκανα λάθος στον ορισμό ρε ψηλέ; Έτσι, για την ιστορία..

#2
iron

θα μείνεις και συ με την απορία νομίζω...

#3
Επισκέπτης

Mηπως γιατί υπάρχει ήδη σε διάφορα λεξικά με ακριβώς την ίδια έννοια;

#4
johnblack

Δεν έχω βαθμολογήσει το λήμμα, είναι όμως κτγμ προφανής ο λόγος της χαμηλής βαθμολογίας που συγκεντρώνει: Υπάρχει αυτούσιο στον Μπάμπη. Εμείς όμως εδώ υποτίθεται πως θέλουμε να πάμε ένα βήμα παραπέρα. Iron είναι προς τιμήν σου που κατέβασες το «ξερατό». Φρονώ πως η προσπάθεια ξεσκαρταρίσματος πρέπει να συνεχιστεί εντατικώ τω τρόπω.

#5
MXΣ

Σαν slang θα ήταν και γαμώ αν υπήρχε ορισμός «κοψοχολιαζω = κόβω την δόση της ηρωινης με ουσία που της δίνει πικρή γευση ή τσούζει κατα το χτυπημα». Αλλα δυστυχως, δεν υπάρχει...

#6
aias.ath

Ψυχραιμία κύριοι!
Ναί μὲν ἔχει περάσει στὴ γενικὴ χρῆσι, κάποτε ὅμως ἦτο σλάνγκ, ἐφ' ὅσον δὲν ἦτο κυριολεξία.

Τὸ ἧπαρ ἐθεωρεῖτο παλαιὰ ὡς ἡ ἕδρα τῶν συναισθημάτων. Ὅταν λοιπὸν κάποιος τρόμαζε, ἐθεωρεῖτο φυσικὸ νὰ πάθῃ χολόστασι (νὰ «κοπῇ» ἡ ροὴ τῆς χολῆς του) καὶ νὰ ἀναπτύξῃ ἵκτερον (κιτρίνιζε δλδ). Παρ' ὅτι κάτι τέτοιο δὲν παρατηρεῖται στὴν πρᾶξι, ὁ λαὸς ἐθεώρησε ὅτι ἀληθεύει ἀκόμη καὶ τὸ ἀνάποδο: Αὐτὸς ποὺ ἔχει ἵκτερο, κατὰ πᾶσα πιθανότητα θὰ τρόμαξε(!!!). Λαϊκὲς πεποιθήσεις εἶναι αὐτές, δὲν μπορεῖς νὰ πῇς τπτς. Σὲ τέτοιες περιπτώσεις ἐκαλεῖτο λοιπόν ὁ μπαρμπέρης νὰ «κόψῃ τὴ χολή» (κοψοχόλιασμα), νὰ κάνῃ δηλαδὴ μιὰ τομοῦλα στὸ χαλινὸ τῆς γλώσσης, ἀπ' ὅπου θὰ ἐξέρεε, ὑποτίθεται, ἡ χολή, καὶ θὰ καθάριζε τὸ αἶμα.

Φαντάζομαι ὅτι εἶναι Ἑβραῖος γνωστὸν ὅτι ὁ ἐπαγγελματικὸς πρόδρομος τοῦ χειρουργοῦ εἶναι ὁ μπαρμέρης. Καὶ εἶναι φυσικόν, διότι διέθετε τὰ κατάλληλα ἐργαλεῖα καὶ ἦτο ἐξοικιωμένος μὲ τὴ χρῆσι τους σὲ ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι μάλιστα τὸν ἐνεπιστεύοντο. Ἔτσι λοιπὸν οἱ μπαρμέρηδες καυτηρίαζαν ἢ ἔκοβαν σπίλους, ἀκροχορδῶνες καὶ θηλώματα, σταματοῦσαν μικροαιμορραγίες μὲ «στῦψι», ἔβαζαν (ἀ)βδέλες, ἔκαναν φλεβοτομίες κλπ. Ἐξ αὐτῆς τῆς αἰτίας μάλιστα οἱ Ἄγγλοι χοιρουργοὶ δὲν προσφωνοῦνται ὡς Doctor ἀλλὰ ὡς Mister.

#7
HODJAS

Ορθότατος ο Μέδικος!

Να σημειωθεί οτι επίσης η έκφραση «μου' κοψες το αίμα», δεν έχει καμία σχέση με (εκ)τομή με οξύ εργαλείο, αλλά οτι «κόβει» (=λιμνάζει-δεν ρέει φυσιολογικά) όπως ακριβώς ένα αποτυχημένο αυγολέμονο.

Σχετική έκφραση στην αγγλική blood-curdling (curdle=κόβει η σούπα κλπ).

#8
HODJAS

Α! Ξέχασα, οτι λιμνάζει το αίμα συνεπεία καρδιαγγειακής εκπτώσεως (collapsus), π.χ. σε περίπτωση απότομης διακοπής χρήσης οπιούχων, έτσι δεν είναι Μαχάονά μου;

#9
jesus

@aias: νομίζω ότι η ηλικία της λέξης της απαγορεύει να χαρακτηριστεί σλανγκ. λογικά θα είναι πολύ παλιά κ το φαινόμενο της αργκό έξω από (όσο στρεβλό κ τραβηγμένο απ' τα μαλλιά κι ας είναι) αστικό περιβάλλον δεν μπορεί να νοηθεί.

#10
jesus

το έγραψα βιαστικά, ένιγουέι, λέξη που χρησιμοποιούνταν από πάντα στα χωριά δεν μπορεί να νοηθεί ως σλανγκ, παρά ως καθομιλουμένη της ελληνικής επαρχίας του χι-ψι αιώνα κ κείθε.

#11
MXΣ

Υπάρχει και το ρήμα «χολοσκάω» το οποίο δεν γνωρίζω αν έχει λημματογραφηθεί στα mainstream λεξικά (γιατί δεν έχω ούτε ένα).

#12
jesus

τσίμπα ένα;)

#13
jesus

(για την ιστορία, που λέει κ ο φίλος γιόνας, βαθμός κάτω από τρία στον ορισμό είναι αδικαιολόγητος, γιατί ο ορισμός ΔΕΝ είναι λάθος)