Αργκοτικό επίρρημα, που σημαίνει αέρα-πατέρα, αβέρτα-κουβέρτα, αβάδιστα, αβασάνιστα, αβλεπί, άνετα κλπ δηλαδή με την έννοια της ταχύτητας ή/και της αφθονίας (μπόλικα).
Η λέξη παίζει με την προέλευση εκ των ρημάτων:
- Κάμνω (έκαμνον-καμούμαι-έκαμον-κέκμημαι-εκεκμήκειν > κόπος, κάματος, καματερό κλπ, δηλ. άνευ κόπου / ξεκούραστα και
Κόπτω, τόσο υπο την έννοια της χρονικής συνέχειας (δηλ. αδιάκοπα) όσο και της ταχύτητας γραμμής παραγωγής αγαθών (π.χ. βιβλίων, φύλλων λαμαρίνας κλπ), που διατίθενται στην λιανική πριν προλάβουν να υποστούν φινίρισμα (άκοπα) βλ. και εκφράσεις κόβω μονέδα/κοστούμι κλπ.
Χρησιμοποιείται συχνά με το ρήμα «φεύγω», με την έννοια της ταχύτατης εμπορικής διάθεσης στην αγορά λόγω αυξημένης ζήτησης (π.χ. φεύγει το εμπόρευμα = ξεπουλάω).
Ο κυρ-Μανώλης άνοιξε μπάνικο πατσατζήδικο απέναντι απ’ τη μπουζουκλερί και κονομάει άκοπα κάθε βράδυ απ’ τους ξενύχτηδες.
- Πώς είσαι έτσι ρε σαν κλαμμένο μουνί;
- Πήγαμε στο γωνιακό ουζερί με το Μάκη χτές το μεσημέρι για κανα μεζέ, έτυχε κάποιος Κρητικός απο την καρσινή παρέα να’ χει γενέθλια και κέρναγε ρακές άκοπα. Περιττό να σου πώ οτι γίναμε φεκλόνια. Πήγαμε 12 το μεσημέρι και γυρίσαμε σπίτι 12 το βράδι. Μεροκάματο χτυπήσαμε εκεί μέσα...- Μήπως έχετε Gauloises;
- Έφερα χτές δυο κούτες, αλλά έχουνε γίνει μόδα τώρα και φεύγουνε άκοπα. Πριν απο μισή ώρα πούλησα το τελευταίο...
- Gitanes;
- Ζητάν παιδάκι μου, αλλά πού να τα βρείς;
11 comments
johnblack
αβάδιστα
εύκολα
poniroskylo
σβηστά
χαλαρά
Vrastaman
Αγκοπα αν εισαι Αρμένης.
jesus
ρε καργιόλη! ένα μείον...
electron
λέγεται και στα χαρτοπαίγνια, όπου κόβεις την τράπουλα. Καμμιά φορά για μαγκιά, ή για να αλλάξει το γούρι, ο έχων την τιμή να κόψει, με στυλ, λέει: «άκοπα...μπας κι αλλάξει το γούρι». Αλλά μάλλον είναι κυριολεκτική η χρήση, οπότε, άλλη μια άχρηστη πληροφορία...
allivegp
Ένας εκπρόσωπος σε αγροτικό μπλόκο, ανέφερε σε ΜΜΕ ότι έχει λάβει «μια μπούρδα τηλεγραφημάτων συμπαράστασης» και αναρωτιέμαι αν αυτή η «μπούρδα» πρέπει ν΄ανεβεί.
allivegp
Φτου στραβομάρα! Μπέρδεψα το «αργκοτικό» του Χότζα για «αγροτικό»!
poniroskylo
Εξαιρετικό, χότζαμ.
Φαντάζομαι να περιμένουμε και τα φεκλόνια και το καρσινή - αυτό το καρσινή είναι από το karşı=απέναντι;
Να προσθέσω στην καθόλου άχρηστη πληροφορία του electron ότι ακριβώς στην ίδια φάση ο έχων την τιμή να κόψει παραιτείται του δικαιώματος λέγοντας και «κομμένα» - δλδ, ας θεωρήσουμε ότι είναι σαν να έχουν κοπεί διότι είμαι τύπος λαρτζ και εμπιστεύομαι το ανακάτεμά σου.
xalikoutis
και το ανοιχτά
electron
καρακατα-σωστόστ! μου διέφυγε!
HODJAS
Φχαριστώ παίδες!
@ poniro: Καρσινός < καρσί=απέναντι, ακριβώς όπως το λές.
Φεκλόνια λέγεται κυρίως στο Αγρίνιο (έχει ιδιότυπη αργκό-ξέρω κανα 5-6 εκφράσεις που λέγονται μόνον εκεί π.χ. «κάνω τον παρδάλη» κ.α.).