Ξυπνάω κάποιον που κοιμάται μπροστά στην τηλεόραση, στον καναπέ, στην πολυθρόνα, για να του πω ότι είναι ώρα να πάει για ύπνο.
- Τον είχε πάρει ο ύπνος μπροστά στην τηλεόραση. Τον ξυπνοκοίμησα κι εγώ γιατί είχε αρχίσει να ροχαλίζει κιόλας...
Ξυπνάω κάποιον που κοιμάται μπροστά στην τηλεόραση, στον καναπέ, στην πολυθρόνα, για να του πω ότι είναι ώρα να πάει για ύπνο.
- Τον είχε πάρει ο ύπνος μπροστά στην τηλεόραση. Τον ξυπνοκοίμησα κι εγώ γιατί είχε αρχίσει να ροχαλίζει κιόλας...
Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά
Got a better definition? Add it!
1 comment
patsis
Μου θυμίζει σαδιστικό αστείο μεταξύ υποψηφίων δοκίμων ΠΖ στην σχολή τους (ΣΕΑΠ, Ηράκλειο). Αν κάποιος ακουμπούσε κάπου, σε κάνα τοίχο όταν δεν έπρεπε, σε κάνα κρεβάτι και τον έπαιρνε ο ύπνος, ο παλιός δόκιμος τον ξυπνούσε άγρια και του φώναζε «Ξύπνα! Ώρα για ύπνο!».
Καμιά φορά γινόταν και απρόκλητα μέσα στη νύχτα.