Τσουρέκια: τα πρησμένα αρχίδια. Όταν κάποιος σε εκνευρίζει ή σε ταλαιπωρεί με αυτά που κάνει ή με αυτά που λέει.

Θα μου πεις επιτέλους τι σου είπε για μένα; Άντε τσουρέκια μου τά 'κανες τόση ώρα που σε παρακαλάω.

(από xalikoutis, 30/10/08)(από dryhammer, 16/05/14)

Σχετικά: κρεμμυδασκέλες, μπαλόνια, νταούλια, αερόστατα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
allivegp

Επίσης: Μας τά 'κανες μπαλόνια ή αερόστατα.

#2
soulto

Η "ηρωική δασκάλα της Θράκης μας" με την οποία μας τα είχαν κάνει τσουρέκια διάφοροι Μπατριώτες κατέληξε επιτέλους στον φυσικό ιδεολογικό της χώρο.. Στην Χρυσή Αυγή η Χαρά Νικοπούλου, η «ηρωική δασκάλα» της ακριτικής Θράκης