Ένα χαλασμένο αντικείμενο, ή που έστω μας εκνευρίζει επειδή δεν κάνει σωστά τη δουλειά του. Μπορεί να είναι μηχάνημα, ρούχο, εξάρτημα, οτιδήποτε δηλαδή μπορεί να είναι και ένα γαμίδι, ας πούμε.
Άλλα συνώνυμα, αλλά μόνο για συσκευές: καβουρδιστήρι, μπουρί.
από το παράδειγμα του λήμματος πηγαίνω τάπες:
- Άργησα να φύγω από το σπίτι, και το πήγα τάπες μέχρι την Κόρινθο χωρίς ανάσα και ανέβασε θερμοκρασία το μπουρδέλο!- Τι θα φορέσεις απόψε στου Τάσου; Το ΜΜΦ σου, κλασικά;
- Δεγκζέρω ρε πστ, πάχυνα και δε μου μπαίνει πια το γαμημένο το μπουρδέλο...
6 comments
allivegp
Στα ποδανά, γίνεται ρδέλομπου;
Vrastaman
Ce bordel de...που λενε και οι γαλαίοι!
jesus
προφέρεται z'bordel de machin, μ' αυτό το απολαυστικό z στην αρχή:)
Khan
Στος ο ζεζύ !
Vrastaman
Το ζεζύ αν ήτανε ζιζί θα παίζανε πολλοί
jesus
κι αναρωτιόμουνα μικρός γιατί δε με παίζανε...