μλκ, mlk

Σύντμηση του μαλάκας, στον –online κυρίως– γραπτό λόγο. Χρησιμοποιείται περισσότερο ως φιλική προσφώνηση και με λατινικούς χαρακτήρες (greeklish) (mlk).

ασε ρε μλκ που της το ειπες αυτο lol!!!11

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
pvnrt

Γουάι 2 τάιμς;

#2
Galadriel

Διορθώθηκε - προφ ο αλιμπάμπα δεν ήξερε το κόλπο με την Αναφορά :)