μλκ, mlk
Σύντμηση του μαλάκας, στον –online κυρίως– γραπτό λόγο. Χρησιμοποιείται περισσότερο ως φιλική προσφώνηση και με λατινικούς χαρακτήρες (greeklish) (mlk).
ασε ρε μλκ που της το ειπες αυτο lol!!!11
Got a better definition? Add it!
Published 2006-08-26 16:14:39+00:00 Last modified 2015-10-05 19:40:58+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.