Αρχετυπική νεαρά ύπαρξη, εντυπωσιακής εμφάνισης, με ιδιαίτερα λευκή οδοντοστοιχία, ζωηρό χαμόγελο αλλά και αμφιβόλου ευφυΐας.

Στην συντριπτική τους πλειοψηφία, το γέλιο τους έχει μια έντονη χροιά κακαρίσματος και η συχνότητα συγκεντρώνεται κυρίως στην υψηλή κλίμακα του φάσματος. Αν κάποιος βέβαια έχει μεγάλα κέφια, βρίσκει την όλη παρουσία χαριτωμένη και αστεία.

Είμαι που λες στον ζωολογικό κήπο με τον ανηψιό μου. Με πλησίαζει μια χαζορέτα και με ρωτάει πού είναι το κλουβί του Ροζ Πάνθηρα... Ε, τί να πεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
ΛΕΞΟΠΛΑΣΤΡΑ

λίγο χαζό