Λέξη που τονίζει την δίψα του ατόμου για μάθηση και προέρχεται από άτομα που κατά κύριο λόγο τους φαίνεται κάτι δύσκολο ή άθλος. Άνθρωποι μεγάλης ηλικίας (δη η γιαγιά μου) το χρησιμοποιούσανε αφού το σχολείο αποτελούσε μια μακρινή πραγματικότητα.

Συχνά χρησιμοποιείται χάριν αστεϊσμού.

- Η εγγόνα μου η Σταματινούλα πέρα από παιδί μάλαμα είναι και πολύ διαβαστερή. Οι δασκάλοι της όλο επαίνους της δίνουν. - Μπράβο τζη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
vikar

Κλασική σχολική αργκό (τόσο, που την έχει και ο Μπαμπινιώτης). Το -ερός παίζει και αλλού στην παιδική, και όχι μόνο, αργκό, πιχί γαμιστερός.

#2
allivegp

Επίσης το «βραστερός-ή-ό» όταν περιγράφουμε όσπρια που παίρνουν εύκολα βράση.

#3
allivegp

Και το φοιτητικό σλόγκαν «Είμαστε αριστεροί και γαμηστεροί».

#4
Galadriel

Σταματούλα. Ωραίο λήμμα.

#5
Vrastaman

Άκουσα τσοπάνη στην Δημητσάνα να αποκαλεί κάποια «μπανερή» (ευειδής, εξ του μπανίζω).

#6
Khan

Μπανερός θα μπορούσε να είναι και επιθετικός προσδιορισμός για χρήστες του σλανγκρ...

#7
HODJAS

Βλ. και «μπανιερό» = αξεσουάρ λουομένου.

Ο μπάνικος<μπανιστήρι-τζής<μπανίζω είναι ο ματάκιας των λουομένων γυναικών (προ μπαίν-μιξ).

Στα οττομάνικα χαρέμια παραμόνευε ένας πελώριος (εννοείται μουνούχος) καβάσης με τη χαντζάρα του για ν' αποκεφαλίσει επί τόπου τυχόν οφθαλμοπόρνους.