Η τουαλέτα. Υπονοεί χέσιμο, αλλά με την κυριολεκτική έννοια.

- Να σου πω ρε κάτι.
- Άσε, με πετυχαίνεις σε άσχημη στιγμή, πάω στο μέρος και μου λες μετά.
- Εφημερίδα θες;
- Ελπίζω να τελειώσω γρήγορα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που τονίζει την δίψα του ατόμου για μάθηση και προέρχεται από άτομα που κατά κύριο λόγο τους φαίνεται κάτι δύσκολο ή άθλος. Άνθρωποι μεγάλης ηλικίας (δη η γιαγιά μου) το χρησιμοποιούσανε αφού το σχολείο αποτελούσε μια μακρινή πραγματικότητα.

Συχνά χρησιμοποιείται χάριν αστεϊσμού.

- Η εγγόνα μου η Σταματινούλα πέρα από παιδί μάλαμα είναι και πολύ διαβαστερή. Οι δασκάλοι της όλο επαίνους της δίνουν. - Μπράβο τζη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηριστική έκφραση ατόμων συνήθως μεγάλης ηλικίας, όχι όμως ότι δεν υπάρχουν εξαιρέσεις. Ο χρήστης αυτής της έκφρασης (συνήθως η μαγείρισσα ή αυτή που σερβίρει) γνωρίζοντας και με το παραπάνω τα θρεπτικά στοιχεία αυτών που μαγείρεψε, θέλει να δέιξει ότι το εκάστοτε φαγητό ή ποτό πολλαπλασιάζει τα ερυθρά αιμοσφαίρια, τα λευκά αιμοσφαίρια καθώς και τα αιμοπετάλια. Κάτι τέτοιο καθιστά αυτές τις τροφές υπερπολύτιμες και μπορούν να παρομοιαστούν μόνο με τον μαγικό ζωμό του Πανοραμίξ.

Συνήθης χρήση σε τροφές όπως: σπανακόπιτα, σπανακόριζο, παντζάρια και σε κόκκινο κρασί (από το δικό μας βαρελάκι).

Μπορεί σπανίως να χρησιμοποιηθεί και μεταφορικά ως η πολύ θρεπτική τροφή.

Φάε ρε παιδάκι μου λίγα παντζάρια να κάνεις αίμα. Έχεις ρέψει. Θα λιποθυμήσεις καμιά ώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυρίως fight-clubικός όρος που αναφέρεται στην ενέργεια του τσουρουκάς. Μια ενέργεια δηλαδή από παίκτη χαμηλών ποδοσφαιρικών ικανοτήτων, που είναι όμως τόσο καλή που θεωρείται αδύνατο να έχει γίνει επίτηδες. Έτσι αντί για μαγεία που είναι η ηθελημένη ενέργεια έχουμε την τσουρουκομαγεία.

Γνήσιοι τσουρουκομάγοι μπορούν να θεωρηθούν οι: Ραούλ Μπράβο, Ντομί, Μπρούνο Τσιρίλο, Σαριέγκι κ.α

- Ρε φίλε είδες το γκολ της αγωνιστικής ; - Όχι ρε. Πώς ήταν ; - Τρέχει από δεξιά ο Βύντρα α λα Ντάνι Άλβες και κάνει την σέντρα έξω από την περιοχή όπου πιάνει ένα γυριστό ο Σαριέγκι, άλλο πράγμα. Θύμισε Ζιντάν στον τελικό με την Λεβερκούζεν.
- Τι λες ρε φίλε; Το ένα είναι τσουρουκομαγεία και το άλλο μαγεία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως ένα γλυκό που έχει παλιώσει (έχουν περάσει δηλαδή πολλές μέρες από την παρασκευή του και η αλλοίωση στα φυσικά του χαρακτηριστικά είναι πια εμφανής και το κάνει πια ανεπιθύμητο προς βρώση), μεταφορικά χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να πούμε ότι κάτι είτε δεν είναι πια ευχάριστο είτε πέρασε η μπογιά του.
.

- Άκου ένα καλό: είναι ο Τοτός, η Αννούλα και ο Μπόμπος...
- Κόψε ρε φίλε με τον Τοτό! Μια, δύο... πάλιωσε το γλυκό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά: χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάτι έχει ξεθωριάσει και χρειάζεται αντικατάσταση ή νέο βάψιμο.

Μεταφορικά: χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάτι έχει παλιώσει, δεν είναι πια στις δόξες του, στα ντουζένια του, στα καλύτερά του. Χρησιμοποιείται επίσης ειρωνικά προς τον συνομιλητή μας, για να του δείξουμε ότι όσα λέει δεν έχουν ισχύ, είναι παλιά γεγονότα.

  1. - Άσε φίλε, ανακάλυψα ένα μοντέλο μουνάρα, Cindy Crawford την λένε. - Πλάκα μου κάνεις; Έχει περάσει η μπογιά της εδώ και χρόνια. Είναι γεροντομπεμπέκα.
  1. - Πήρα κινητό μόνο με 200ε. Για κοίτα... - Φιλαράκι σε κοροϊδέψανε. Έχει περάσει η μπογιά του εδώ και καιρό. Το βρίσκω και με 90ε αυτή τη μπαγκατέλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Κυρία η οποία, παρά την προχωρημένη της ηλικία (40+) και την αισθητά χαμένη της νιότη και ομορφιά, δεν λέει να το καταλάβει και παριστάνει την πιτσιρίκα, το πιπίνι. Έχει, με λίγα λόγια, αυτογνωσία μηδέν.

Προέρχεται από το γέρος = ηλικιωμένος / η και το μπεμπέκα = μικρή κοπέλα, παραφθορά του μπέιμπυ.

- Ψιτ, κόψε μωρό διακριτικά στα αριστερά σου.
- Τι μωρό ρε μαλάκα; Θά 'θελε! Αυτή είναι γεροντομπεμπέκα. Πατημένα 45 και φοράει μίνι...

Η θεά Δεβόρα Χάρι έκανε καρριέρα με τους Blondie στα 35 της (φωτό).  (από allivegp, 03/08/09)Σήμερα είναι μια μπεμπέκα ετών 64 (από allivegp, 03/08/09)Γιατί το Βασικό Ένστικτο είναι η εμμηνόπαυση! (από Khan, 09/08/09)Γεροντομπεμπέκα με ντακ φέις. (από Khan, 11/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γέλως ή αλλιώς Γέλωτας ήταν ένα μυθολογικό πρόσωπο, προσωποποίηση του γέλιου. Οι αρχαίοι τον θεωρούσαν, μαζί με τον πόθο και την ηδονή, δώρα της θεάς Αφροδίτης προς τους ανθρώπους. Στην Σπάρτη μάλιστα γιορτάζονταν σαν θεός.

Το γέλιο λοιπόν, ή αλλιώς γέλωτας, επιστημονικά εξηγείται ως η χημική διέγερση και ειδικότερα από την εισπνοή του πρωτοξειδίου του αζώτου. Πρόσφατα οι επιστήμονες μπόρεσαν να εντοπίσουν το σημείο του εγκεφάλου, στο οποίο καταλήγει η δράση του πρόκειται για το μεταιχμιακό σύστημα, μία από τις πλέον αρχέγονες περιοχές του εγκεφάλου όπου εδράζουν τα συναισθήματα.

Στις μέρες μας χρησιμοποιείται νοηματικά όπως ακριβώς το γέλιο έχοντας όμως μια cult ομορφάδα, αέρα του παρελθόντος και έντονο λυρισμό.

-Καλά πας καλά ρε Γιάννη; Φωνάξαμε τους δικούς μου και με το που άνοιγαν το στόμα τους έσκαγες στα γέλια σαν να τους κορόιδευες ; - Ελεος ρε Μαρία, εγώ φταίω που ό,τι κι αν έλεγαν προκαλούσε τον γέλωτα;

(από sacilag, 07/07/09)(από sacilag, 07/07/09)(από sacilag, 07/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι ευφυείς και πολυμήχανοι κομίστες (δημιουργοί κόμιξ) θέλοντας να δείξουν τα αμύθητα πλούτη των πρωταγωνιστών δημιούργησαν μια νέα μονάδα μέτρησης των χρημάτων , το ’’φανταστικομμύριο’’.

Αυτή η λέξη λοιπόν θέλει να τονίσει την υπερβολή, ότι δηλαδή το ποσό είναι τόσο μεγάλο που δεν μπορεί να μετρηθεί με συμβατικές μονάδες μέτρησης χρημάτων, αλλά και την απουσία ρεαλισμού, αφού δεν υπάρχει τέτοια μονάδα μέτρησης. Παράλληλα τονίζει την πλεονεξία – απληστία των πρωταγωνιστών που, όσα χρήματα και να έχουν, ποτέ δεν είναι αρκετά.

Να τονιστεί ότι στα κόμιξ και γενικότερα σε κωμικά αναγνώσματα ή θεάματα η υπερβολή είναι αυτή που προκαλεί τον γέλωτα.

Κύριοι χαρακτήρες που χρησιμοποιούν την συγκεκριμένη έκφραση είναι ο Σκρούτζ και ο Ρόμπαξ.

Σκρούτζ : Χαχα. Πήγες να μου την φέρεις Ρόμπαξ αλλά την πάτησες. Η Παπιοκόλα που έβαλα στην αγορά μου απέφερε ένα φανταστικομμύριο.
Ρόμπαξ: Σκρουντ! Θα φάω το καπέλο μου!!!

(από sacilag, 07/07/09)(από sacilag, 07/07/09)(από sacilag, 07/07/09)

Βλ. και Μικυμάου, μικιμάου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ολυμπιακάκιας - Παθηναικός - Αεκιτζής είναι εκφράσεις του απλού λαού που χρησιμοποιούνται στο παραδοσιακό καφενείο από άτομα μεγάλης ηλικίας που όμως μοιράζονται το φίλαθλο πνεύμα και μια αγνή αγάπη για την εκάστοτε ομάδα. Έτσι, η παραφθορά του Ολυμπιακός , Παναθηναικός και Α.Ε.Κ. δείχνει ότι απέχουν από φανατισμό και οπαδισμούς αλλά η επιθυμία για ευγενές κάζο παραμένει .

- Α ρε Πανάγο, πότε θα το καταλάβεις ότι δεν είναι ο ομάδα ο Παναθηναϊκός ; Παίκτης σαν τον Γιώργο Δεληκάρη δεν έχει έρθει στον Παναθηναϊκό.
- Μίλησε ο Ολυμπιακάκιας! Εμείς είχαμε και έναν Μίμη Δομάζο όπου πήγαμε και σε έναν τελικό στην Ευρώπη, αλλά πού να τον ξέρετε αφού είστε μονο εγχώριοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified