Αναφέρεται στην πνευματική ανισορροπία κάποιου, αλλά χρησιμοποιείται και σε καταστάσεις ψυχικής και σωματικής πίεσης.

Συνώνυμα: τα χάνω, τα βλέπω όλα.

Ούγια σημαίνει το τελείωμα στο ύφασμα, μια λωρίδα / κορδέλα σφιχτοπλεγμένη. Αν φύγει, το ύφασμα αρχίζει να ξηλώνεται, εξού και ο συνειρμός.

  1. - Πώς πάει το μαγαζί;
    - Χέστα, μου έχει φύγει η ούγια στην δουλειά...

  2. - Θα παντρευτείς την Λίτσα;
    - Σου έχει φύγει η ούγια μου φαίνετα!ι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified