Παράγωγο του ρήματος φασώνω. Η κοπέλα η οποία συμμετέχει ενεργά σε φάσωμα. Παραπέμπει ηχητικά στο «μαθητευόμενη», το οποίο συμβολίζει τη διάθεση για μάθηση / φάσωμα.
- Η Τούλα, παρότι ντροπαλή, πλέον έχει γίνει αστέρι!
- Ε τι περίμενες; Τόσα χρόνια φασητευόμενη κάτι έμαθε!
2 comments
GATZMAN
Τροφή (σίτιση) της το φάσωμα, ε;
npogas
σωστό και αυτο!