Ο φίκος κρητιστί. Μάλλον από το ιταλικό becco (=ράμφος) > η μύτη ενός αιχμηρού αντικειμένου, η μπίκα.
Ο όρος αυτός αφορά το σεχ και όχι τον άντρα, αντίθετα με τον όρο μπήκας -βλ. και σχόλια.
Ασίστ: nick
Κρήτη, 2010, μέγα συμβούλιο περί δια μπάτσελορ πάρτυ:
Α: - Πού θα το βοrτάρουμε το γαμπρουrάκι μας απόψε;*
Β: - Χανιά, Χανιά!
Γ: - Εκειά μόνο θα τονε 'γγίζει. Επά πέρα στο Ρέθυμνο θα ρίξει και κανα μπίκο...
*βλ. σχόλιό μου στο άρτζι μπούρτζι και ρουλάς
7 comments
perkins
κι απο το μπαίνω καλο μου ακούγεται. Γροίκα!
iron
το ρώτησα, πήρα την απάντηση ότι γράφεται με -ι- (ο θεός ξέρει βέβαια) και ωσεκτουτού απέκλεισα το «μπαίνω», αλλά το δέχομαι αν αποκαλυφτεί ότι γράφεται μπήκος, αατα.
GATZMAN
Και τίθεται το ερώτημα: Ο Τσαμπίκος είναι μπίκος, ή μπας κι είναι τσάμπα μπίκος;
GATZMAN
Και το πήδημα: άλμα είς μπίκος.
notheitis
Πίκος Απίκος; τι είπες τώρα;
GATZMAN
Άρωμα άλλων εποχών, ε;
dryhammer
Μια και ο Τσαμπίκος είναι Ροδίτης, όπου περι τα '70ς και εντεύθεν το είδος Greek Lover διέπρεψε, μήπως (λέω μήπως) είναι Τσα!!! -μπίκος