Sorry!

You do not have permission to view this page!

You may be allowed to view this page if you log in below.

Όταν κάποιος χρησιμοποιεί τη λέξη «πιπίλα», θέλει να τονίσει την τελειότητα μιας κατάστασης ή το φοβερό αποτέλεσμα που είχε κάποια ενέργειά του.

Επίσης χρησιμοποιείται και το παράγωγο «πιπιλένιος, -α, -ο» για αντικείμενα ανάλογης αξίας, καθώς και το «πιπιλοκατάσταση» ή «πιπιλοκατάστα».

  1. Πω πω ρε συ Γιώργη, χθες πήγα με την Τούλα στα «Παραγάδια», ξέρεις, την ψαροταβέρνα στου Ψυρρή και μετά η βραδιά συνεχίστηκε με παθιάρικο σεξ στο αυτοκίνητο... Πιπίλα σου λέω ήτανε!!

  2. - Τι λέει Κώστα; Σου αρέσει η αμαξάρα μου;
    - Μόνο;;; Πιπίλα / πιπιλένιο είναι!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Vrastaman

Can't last, το αναγραμμαντείο σε χαιρετά!