Κλαψομουνιά ή κλαψομουνία, συνηθέστερο στον πληθυντικό: κλαψομουνίες.

Η γκρίνια και το νάζι για πράγματα που κατά βάθος τα θέλουμε. Κατ' αναλογία με το αιδοίο που «κλαίει» όταν ευχαριστιέται.

  1. - Θα πάμε στο πάρτι;
    - [Μμμ], δεν ξέρω, μήπως είναι ξενέρωτο;
    - Έλα τώρα, άσε τις κλαψομουνίες και πάμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
panacioths

[mod]
[img]http://isegrimm.files.wordpress.com/2009/09/vorsicht-troll.jpg?w=300&h=199[/img]
Προσοχή, διάβαση τρολ.
[/mod]