Sorry!

You do not have permission to view this page!

You may be allowed to view this page if you log in below.

Όταν λέμε ότι κάποιος κόβει, εννοούμε ότι είναι αρκετά δραστήριος στον σεξουαλικό τομέα. Είναι δηλαδή κόφτης!

  1. Αυτή η κοπέλα δεν μου αρέσει καθόλου... Δεν θα έκοβα ποτέ μαζί της!

  2. Μισό, πάω να κόψω και έρχομαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified