Είμαι υπεραπασχολημένος και αγχωμένος με κάτι, είμαι πολυάσχολος.
Ως μεταβατικό ρήμα
(α) τρέχω κάποιον: κρατώ κάποιον απασχολημένο, αγχώνω κάποιον αναθέτοντάς του καθήκοντα. Συνώνυμα: αγγαρεύω (β) τρέχω ένα πρόγραμμα (ζαργκόν πληροφορικής): εκτελώ το πρόγραμμα (γ) τρέχω μία επιχείρηση: διευθύνω/είμαι υπεύθυνος για την επιχείρηση
- Ως απρόσωπο ρήμα τρέχει: συμβαίνει (κάτι απρόοπτο).
- Μη χάνεσαι ρε βλάκα έτσι, πάμε για έναν καφέ στην τελική.
- Δεν προφταίνω ρε συ, τρέχω ακόμη με την διπλωματική. Αν δεν τελειώσει αυτή η μαλακία, δεν με βλέπω να χαλαρώνω καθόλου.(α) Διδακτορικό είναι αυτό ή χαμαλίκι ρε πούστη; Ό,τι γραφειοκρατία και να προκύψει, εμένα θα τρέξει ο μαλάκας...
(β) Διόρθωσα εκείνο το μπαγκ που σού 'λεγα, αλλα πάλι δεν μπορώ να το τρέξω το γαμίδι...
(γ) Έπαθε ένα ατύχημα ο κυρ-Γιώργης, και το ουζερί για την ώρα το τρέχει ο γιος του.Τι τρέχει ρε, γιατί τέτοια μούτρα; Συνέβη κάτι;
5 comments
iron
ήμουνα σίγουρη ότι αυτός ο παλιοβικάρ θα το είχε βάλει πρώτος, φτου.
vikar
«Παλιοβικάαρ»; Έμ, κάποιοι είναι παλιοί και κάποιοι άλλοι νέουρες στο σάιτ, τί να κάνουμε;...
iron
τιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιι; είσαι παλιότερος; αποκλείεται, καταγγέλλω νοθεία! μόνο η Μες δικαιούται δια να.
Galadriel
Άντε μη ρίξω το τζόκεϋ και έχουμε νεκρούς στο Σαν Φρανσίσκο...
vikar
Μ' αρέσει που τό 'χουμε κάνει ρεφρέν το συγκεκριμένο...