Κάτι μόνο του, χωρίς το ζευγάρι του, χωρίς το δίδυμό του, χωρίς το υπόλοιπο σετ, χωρίς τα συμπαρομαρτούντα, χωρίς τα υπόλοιπα εξαρτήματα, παρελκόμενα κλπ.
Κυριολεκτικά, ο όρος σημαίνει χωρίς γονέα, αλλά, μεταφορικά, ερμηνεύεται, συνήθως, χωρίς το αδερφάκι του.
1, Ρε γυναίκα, τι γυρεύει εδώ πέρα αυτό το ορφανό παπούτσι;
Βρήκα κι εδώ άλλη μια κάλτσα ορφανή.
- Γιατί έμεινε έτσι ορφανό;
- Χαθήκανε τα υπόλοιπα εξαρτήματα.
8 comments
Khan
Στος, βλ. και αυτό το ορφανό.
iwn
Καλό.
Ας μη λησμονούμε και τη θρυλική χήρα (η χείρα) με τα τρία ορφανά.
jesus
κάτσε ρε ίωνα, πώς την παίζεις εσύ δλδ;;;;;
iwn
χαχαχχαχα mea culpa μπέρδεψα τους αριθμητικούς συσχετισμούς των εμπλεκομένων μερών.
jesus
είναι κ μέγα ανέκδοτο με μαραγκό, αλλά δε γράφεται ρε πστ...
:Ρ
vikar
Σε συμφραζόμενα στοιχειοθεσίας, ορφανή αράδα είναι η πρώτη αράδα παραγράφου που ξεκινάει στο τέλος της σελίδας, ενώ υπάρχει και χήρα αράδα, η τελευταία αράδα παραγράφου που ξεκινάει όμως νέα σελίδα (δείτε εδώ).
jesus
όπως είσαι λήμμα ρε τεμπελχανά.
vikar
Φύγε ρε!... Μας δουλεύετε που μας δουλεύετε που έχουμε παύλες, νά 'χουμε και άλλα με χήρες κι' ορφανά θελεις τώρα;