Σημαίνει και κύκλος. Είναι το ντέφι, μουσικό όργανο (στα Περσικά dayereh). Αποτελείται από τσιτωμένη μεμβράνη δέρματος πάνω σε ξύλινο στεφάνι με κύμβαλα (η χωρίς).

"βάρα νταγερέ":το γνωστό τραγούδι του Απόστολου Καλδάρα σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου με την Χάρις Αλεξίου-Γιώργο Νταλάρα απο το άλμπουμ Βυζαντινός Εσπερινός.νταγιερέ

βάρα νταγερέ νταγερέ

Got a better definition? Add it!

Published

Η λύσσα είναι μια νόσος που οφείλεται σε ιό. Μεταξύ των άλλων συμπτωμάτων της, συνοδεύεται με απώλεια της ψυχικής ισορροπίας και κατά κανόνα καταλήγει στο θάνατο. Μεταφορικά, πρωτίστως η έκφραση χρησιμοποιείται ως δήλωση δυσαρέσκειας για μαγειρεμένο φαγητό που περιέχει πολύ αλάτι. Σε ευρύτερη όμως χρήση και για να επισημάνει ότι κάποιος υπερβάλει η επιμένει σε μια κατάσταση αρχικά αποδεκτή.

Α. ο σύζυγος:-Αμάν ρε γυναίκα, πόσο αλάτι έβαλες πια στο φαγητό!? Λύσσα το 'κανες.

Β. Προς τον φίλο της παρέας που επιμένει να λέει κρύα ανέκδοτα του ιδίου τύπου: -Φτάνει πια ρε φίλε, λύσσα το 'κανες. λύσσα το 'κανες λύσσα το 'κανες

Got a better definition? Add it!

Published

Σημαίνει κρεββάτι, όμως χρησιμοποιείται και σαν φωλίτσα, στρώμα, κατάλυμα, κόγχη. Από το τούρκικο yatak, που σημαίνει κρεββάτι.

"... απάνω στο γιατάκι σου, φίδι νωθρό κοιμάται.." από το ποίημα "Θεσσαλονίκη" του Νίκου Καββαδία.

Got a better definition? Add it!

Published

Ή και Αρσακλί. Έτσι λέγονταν από τους Οθωμανούς και λέγεται ακόμα από παλιούς (αλλά και νεότερους) η περιοχή Πανόραμα Θεσσαλονίκης. Προέρχεται από το τούρκικο ak:λευκό και το sakal:γενειάδα. Ο ak-sakalli λοιπόν είναι αυτός που έχει λευκή γενειάδα, ένας σεβάσμιος γέροντας δηλαδή. Στις χώρες της Κεντρικής Ασίας και του Καυκάσου ο Ακσακάλ είναι κάτι σαν τον σοφό ηγέτη της κοινότητας και έχει αρμοδιότητες δικαστή. Υπάρχει και χωριό Ακσακάλ στην Ανατολική Θράκη.

Στη παρέα: -Ρε σεις, δε πάμε κατά το Αρσακλή, να φάμε 'κανα τρίγωνο?

Got a better definition? Add it!

Published

Α.Η έκφραση σημαίνει, με δόση αυτοσαρκασμού, ότι είμαι τόσο ταλαιπωρημένος, καταπονημένος και καταβεβλημένος από ασθένειες η κακουχίες, ώστε προβλέπω ότι σύντομα θα αποδημήσω εις Κύριον.

Β. Επίσης από κάποιον που αποχωρεί έπειτα από αρκετό χρόνο παραμονης του σε κάποια θέση.

Γ. Γενικώς σημαίνει κάποια μόνιμη και διαρκή αποχώρηση από κάποια δραστηριότητα που διήρκησε αρκετό χρονικό διάστημα και περιείχε πολλές περιπέτειες και εμπειρίες.

Προέρχεται από την στράτευση. Ο προς απόλυση φαντάρος θα πρέπει να παραδώσει τον εξοπλισμό του, συλλέγοντας υπογραφές, από τους αντίστοιχους αρμόδιους της στρατιωτικής υπηρεσίας, που θα βεβαιώνουν ότι δεν οφείλει κάτι προς επιστροφή από το υλικό, οπλισμό η ιματισμό που χρεώθηκε κατά την διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας. Στη συνέχεια εκδίδεται το φύλλο πορείας της απόλυσής του ώστε να αποχωρήσει και να αποχαιρετήσει τον στρατό.

1-Τι να σου λέω καλέ γειτόνισσα, πριν τρία χρόνια πέρασα μια μεγάλη αρρώστια, ήμουνα πολύ χάλια, "μάζευα υπογραφές".

  1. ΕΡ- Πότε βγαίνεις στη σύνταξη? ΑΠ-Κοντεύω , μαζεύω υπογραφές.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο χαρακτηρισμός, πού κυριολεκτικά σημαίνει νεαρή αγελάδα, προσιδιάζει σε γυναίκα σχετικά νέα, ευτραφή, κατά προτίμηση με υπερβολικό μπούστο, χοντροκομμένη , άξεστη, γλωσσού, φωνακλού, αγενή, με κακούς τρόπους, επιθετική.

το πειραχτήρι της παρέας αναφωνεί, ανάμεσα σε πλήθος για ξεκάρφωμα και προς αποφυγήν παρεξήγησης, όπου παρευρίσκεται και η εν λόγω δαμάλα, και ο νοών νοείτω: -ίσα, μωρή δαμάλα!!

Got a better definition? Add it!

Published

ή και "χασάπη κάρβουνο". Η προτροπή-προσταγή απευθύνονταν από αρκετούς θεατές παλαιών κινηματογραφικών αιθουσών προς τον μηχανικό προβολής του σινεμά, όταν σκοτείνιαζε η εικόνα στην οθόνη προβολής, ελλείψει ισχυρού φωτισμού και αποτελούσε κυριολεξία. Η μηχανή προβολής της κινηματογραφικής ταινίας λειτουργούσε με ισχυρό φως που παράγονταν από το ηλεκτρικό τόξο δύο ηλεκτροδίων άνθρακα μαζί με έντονη θερμότητα, που συχνά προκαλούσε εμφανές λιώσιμο και διακοπή της ταινίας και που ο μηχανικός έπρεπε να αποκαταστήσει με ειδικό εξοπλισμό που διέθετε. Προϊούσης της προβολής τα ηλεκτρόδια φθείρονταν και ο μηχανικός έπρεπε να φροντίζει για την σωστή απόσταση τους η την αντικατάστασή τους. Συχνά όμως δεν το αντιλαμβάνονταν και του το υπενθύμιζαν οι θεατές με σκαιό τρόπο. Είναι βέβαιο ότι ελάχιστοι θεατές είχαν γνώση του τρόπου λειτουργίας της μηχανής προβολής, μολονότι χρησιμοποιούσαν την έκφραση. Η προσφώνηση "χασάπη" προήλθε κυρίως από κινηματογράφους β' προβολής, με φθηνότερο εισιτήριο και πιο λαϊκό κοινό, όπου οι celluloid ταινίες ήταν ήδη "ταλαιπωρημένες" από τα πολλά κοψίματα (εξ ου και χασάπης) και κολλήματα λόγω του ήδη μεγάλου αριθμού προβολών, ενώ συχνά απουσίαζαν μεγάλα τμήματα της ταινίας και η ασυνέχεια της σεκάνς ήταν πολύ εμφανής και ενοχλητική.

στο σινεμά οι θεατές όταν σκοτείνιαζε η προβολή: -χασάπη βάλε κάρβουνοοοο!!!

Got a better definition? Add it!

Published

Η προφανής κυριολεκτική σημασία του είναι οτι χαμηλώνω τη θερμοκρασία ενός ποτού προκειμένου να γίνει δροσερό, ρίπτοντας τεμάχια πάγου εντός του ή συντηρώ ενα τρόφιμο τοποθετώντας το σε επαφή με πάγο ή γενικότερα διατηρώ χαμηλή θερμοκρασία με τη χρήση πάγου.

Μεταφορικά χρησιμοποιείται με την έννοια :

Κόβω τη φόρα σε κάποιον, κόβω τον τσαμπουκά, αναχαιτίζω, τον ψαρώνω, τον τρομοκρατώ, επιπλήττω με σκοπό τον εκφοβισμό και την αποτροπή.

1.Ο εργοδηγός προς στον προϊστάμενο: -θα σου στείλω στο γραφείο τον καινούργιο, που μας ήρθε πολυ τσαμπουκαλεμένος. Βάλτου λιγο πάγο, να στανιάρει.
2. Μεταξύ δικηγόρων: -ο εισαγγελέας, για αρχή, δεν τον παρέπεμψε, μόνο πάγο του 'βαλε.

Got a better definition? Add it!

Published

Προέρχεται, σύμφωνα με βικιπαίδεια, απο την περσική λέξη sharbat (شربت) που σημαίνει ποτό με νερό και ζάχαρη.

Υπάρχουνε διάφορες παραλλαγές της λέξης στα αραβικά και τουρκικά με παραπλήσιες η συναφείς ερμηνείες.

Σε μας χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει:

  1. Εμφατικά, κατι το υπερβολικά γλυκό στη γεύση.
  2. Στο πληθυντικό αριθμό μπορει να σημαίνει έντονες και διαχυτικές ερωτοτροπίες.
  3. Σε περίπτωση γρονθοκόπησης, μαζί με το ρήμα παίρνω σημαίνει αιμορραγία.
  1. Θεσσαλονικιός:-αμάν βρε παιδάκι μου, πολυ ζάχαρη μ' έβαλες στον καφέ. Σερμπέτι τον έκανες.
  2. -καθίσανε λοιπόν οι δυο τους στο παγκάκι κι αρχίσανε τα σερμπέτια (τις γλύκες).
  3. -του τραβάει ενα μπουνίδι και τον πήρανε αμέσως τα σερμπέτια.

Got a better definition? Add it!

Published

Περιπεκτικά και ειρωνικά, ο επίδοξος, ο ελπιδοφόρος, ο τάχαμ-δήθεν, ο ντεμέκ, ο "και καλά", ο έτσι κι έτσι, ο υποτιθέμενος, ο μέτριος, ο ατάλαντος και ανεπαρκής με υψηλές προσδοκίες και φιλοδοξίες που αδυνατεί να επιτύχει, η αποτυχημένη και γελοία απομίμηση.

Απο το εγγλέζικο wannabe (want to be=θα 'θελε να 'ναι) που χρησιμοποιείται με την ίδια σημασία.

Αναφερόμενοι στον νέο ψιλό-ασήμαντο προπονητή.

Ερώτηση:-Ποιος είναι ο κύριος που έρχεται?

Απάντηση:-Α! ο καινούργιος ...γουαναμπής προπονητής.

γουαναμπής Τραβόλτα

Got a better definition? Add it!

Published