Μεταμεσονύχτιο μαγαζί που προσφέρει βαριά λαϊκή μουσική και ποτό αμφιβόλου ποιότητος ενώ προσφέρεται για υπερβολές και ασωτίες σε άτομα που θέλουν να καούν ή που είναι ήδη καμένα.

Τέτοια μαγαζιά είναι κυρίως συνοικιακά σκυλάδικα που οι τοίχοι τους έχουν ποτίσει από μυρωδιά τσιγάρου και οινοπνεύματος με χαρακτηριστικά λιτό ντεκόρ περασμένων δεκαετιών ενώ σε καμία περίπτωση δε διαθέτουν ζωντανή μουσική.

Δεν είναι κωλόμπαρα αλλά ούτε απέχουν και πολύ απ' αυτά ενώ διαθέτουν φανατικούς θαμώνες, αρκετούς με λερωμένο ποινικό μητρώο.

Συνώνυμα: μπιστολάδικο, μπουζουκλερί, γαβγάδικο κ.α..
Σχετικό: τελειωμενάδικο.

- Τι να απέγινε ρε 'συ ο Στέλιος ο δάσκαλος;
- Πάει αυτός, χάθηκε. Μέτα που βγήκε από τη στενή συχνάζει όλο σε κάτι καμενάδικα, σ' αυτά που σου βάζουν ουίσκι από μπουκάλι με δίχως μπίλια και ανοίγουν σαμπάνιες χωρίς αλκοόλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
allivegp

παραπλήσιος ορισμός το τελειωμενάδικο

#2
PUNKELISD

Φτου και το έψαχνα για τα συνώνυμα! Πώς να το βρω όμως όταν το γράφω «τελιομεναδικό»;...

Πως θα γίνει το τελειωμενάδικο να περάσει στα συνώνυμα του καμενάδικου;

#3
Khan

Πολύ καλό και νομίζω ότι δεν είναι ταυτόσημο με το τελειωμενάδικο, δεν πρέπει να τα συγχέουμε.

#4
jesus

σ΄στός.
σου κάνει έτσι;

#5
Kanela

Φάση ''Ανάκτορο''

#6
PUNKELISD

Σε καμία περίπτωση ταυτόσημο με το τελειωμενάδικο, απλά συνώνυμο, ότι δηλαδής έχουν κάποια σχέση μεταξύ τους, φιλική απ' όσο ξέρω, δε νομίζω να το πηγαίνουν για σοβαρά.