Έτσι ονομάζεται ειδική συσκευή ή επιλεγόμενη θέση στα περισσότερα πολύμετρα, η οποία, μετά από απλό χειρισμό, μας καταδεικνύει με ένα χαρακτηριστικό ήχο αν είναι κλειστό ένα ηλεκτρολογικό κύκλωμα. Ο έλεγχος γίνεται πάντα εκτός τάσης (χωρίς να έχουμε ρεύμα στο προς έλεγχο κύκλωμα, δηλαδή).
Να ένα παράδειγμα:
Έχεις ένα μάτσο από μπλεγμένα καλώδια και θες να βρεις ένα μονοκόμματο. Αυτό που έχεις να κάνεις είναι να βρεις όλες τις άκρες των καλωδίων, να τις καθαρίσεις από τη μόνωση ώστε να φανεί το εσωτερικό του, να κρατήσεις ενωμένο το ένα άκρο του τζιτζικιού με ένα τυχαίο άκρο από το μάτσο και, με το άλλο άκρο του τζιτζικιού, να αρχίσεις να ακουμπάς τις υπόλοιπες άκρες των καλωδίων. Όπου ακούσεις χαρακτηριστικό μπιπ, σταματάς. Τα κατάφερες! Οι δύο άκρες που έχεις στα χέρια σου τώρα, αντιστοιχούν σε ένα μονοκόμματο καλώδιο.
Άλλο παράδειγμα, πιο κοινό. Έχεις μια λάμπα πυρακτώσεως λευκή και δεν ανάβει, παρόλο που έχεις ρεύμα παντού και όλες οι ασφάλειες στον πίνακα είναι ανοιγμένες (σε θέση on) ενώ δεν έχεις πουθενά άλλη λάμπα να την αλλάξεις και να την δοκιμάσεις. Παίρνεις λοιπόν το τζιτζίκι σου (που πιθανόν να βρίσκεται στο κάτω συρτάρι της κουζίνας), ξεβιδώνεις τη λάμπα και ακουμπάς το ένα άκρο του τζιτζικιού στο κάτω μέρος της λάμπας και το άλλο άκρο στο σπείρωμά της. Αν ακούσεις χαρακτηριστικό μπιπ, πα να πει ότι υπάρχει συνέχεια στο κύκλωμα και η λάμπα είναι Ok, οπότε θες ντουί ή διακόπτη ή δεν ξέρω και 'γω τι. Αν δεν ακούσεις τίποτα, απλά άλλαξε λάμπα.
Με την ίδια διαδικασία μπορούν να ανιχνευτούν ελαττωματικά καλώδια, λάθη επαφής, βραχυκυκλώματα, λάθη συνδεσμολογίας και μερικά άλλα παρόμοια.
Η ονομασία έχει κατοχυρωθεί λόγω τις σχετικής ομοιότητας με τον ήχο γνωστού καλοκαιρινού εντόμου, αλλά κυρίως γιατί έχει προτιμηθεί από την κανονική ονομασία του που είναι «ελεγκτής συνέχειας».
Επίσης έχει κατοχυρωθεί και το παράγωγο ρήμα «τζιτζικάω», δηλ. ελέγχω ένα ηλεκτρολογικό κύκλωμα με το τζιτζίκι και διαπιστώνω ότι δεν είναι πουθενά κομμένο.
- Όλα Ok;
- Τσου,
- Τι τσου; Το τσέκαρες με το τζιτζίκι;
- Το τζιτζικάω και δε τζιτζικάει.
Στην παλιά μου δουλειά δοκιμάζαμε καλώδια και κονέκτορες πριν την τοποθέτηση και βρίσκαμε αμέσως κομμένες ή βραχυκυκλωμένες επαφές με το βομβητή που κάποιοι συνάδελφοι αποκαλούσαν και «τζιτζίκι». Ένας παλιός συνάδελφος μου είχε πει: Τα καλώδια πριν τα συνδέσουμε, τα «τζιτζικάμε»!
εδώ