Ερωτική πράξη, σύντομη, χωρίς προκαταρκτικά και παρελκόμενα, με σκοπό την ερωτική αλάφρωση και ψυχοσωματική απελευθέρωση.
- Τι έγινε με το ραντεβού σου εψές;
- Εντάξει, πήγα στο σπίτι της για ένα ξεραδάκι.
Ερωτική πράξη, σύντομη, χωρίς προκαταρκτικά και παρελκόμενα, με σκοπό την ερωτική αλάφρωση και ψυχοσωματική απελευθέρωση.
- Τι έγινε με το ραντεβού σου εψές;
- Εντάξει, πήγα στο σπίτι της για ένα ξεραδάκι.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
5 comments
iron
το ξεραδάκι λοιπόν έχει να κάνει με το ξερό και όχι με το ξεροχύνω;
Khan
Βλ. και το ξερή του Στέφανου.
Vrastaman
Εάν ρίξεις ένα κρύο ξεραδάκι κινδυνεύει ο πέοντας να πάθει κρυοπάγημα;
GATZMAN
Ισως λυθεί το πρόβλημα με λίφτινγκ, η ίσως και με γλύφτινγκ. Πάντως ψυχοσωματική απελευθέρωση παίζει και εδώ
GATZMAN
Πάντως το παραπάνω λίφτινγκ έχει σώσει κατάγματα και κατάγματα