Επίσης: συνώνυμο της καραμέλας (ορισμός 2).

Όταν μας κάνουν πλύση εγκεφάλου, πιπιλάνε το ίδιο πράμα ολημερίς κι ολονυχτίς, εμείς το χάφτουμε, και κατόπιν το κάνουμε εμείς πιπίλα, για μας και για τους άλλους.

Από τη μονοτονία και την επαναληπτικότητα της κίνησης που κάνουμε όταν πιπιλάμε. Αν αυτό δεν σε καβλώσει, σε αποχαυνώνει.

  1. οχουυ βαρέθηκα την πιπίλα με το Slash..νταξ Ναούμ..καλός ο Slash αλλα τα καλύτερα τους ο izzy τα έγραφε,όταν ο slash μπεκρούλιαζε και τσακωνόταν με τον Rose.....

  2. Τι σημαίνει αυτό το «fast track» που πιπιλάνε όλη μέρα οι μπατσόκοι;
    Υφίσταται αυτός ο όρος; Ή είναι άλλη μια επινόηση, στα πλαίσια της νέας μπατσοκικής γλώσσας;

Got a better definition? Add it!

Published