Κυπριακή αργκό. Σημαίνει «δε με νοιάζει καθόλου». Συν.: στ' αρχίδια μου.

Δε φακκώ πενιά, φτάνει να κερδίσουμε τις εκλογές! (Δημ. Χριστόφιας στην Κυπριακή Βουλή, παραμονές των Προεδρικών Εκλογών 1998)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
iron

από το fuck, να υποθέσω;

#2
BestMan

Σύμφωνα με τα Βικιπριακά, ναι.
Φακκώ = κτυπώ

#3
poniroskylo

Θα μου επιτρέψετε να αμφιβάλλω για την ετυμολόγηση από το fuck. Η λέξη φακκώ είναι από τις κλασικές της Κυπριακής διαλέκτου και ευρέως χρησιμοποιούμενη σε πάμπολλες παραδοσιακές εκφράσεις και παλαιότερη πολύ, νομίζω, από την Αγγλοκρατία. Το λεξικό του Γιαγκουλλή που έχω πρόχειρο την δίνει ως ηχομιμητική, λέγοντας και ότι φακκώ σημαίνει χτυπώ με κρότο. Υπάρχει και το Ετυμολογικό Λεξικό της Ομιλούμενης Κυπριακής Διαλέκτου του Χατζηιώαννου που δεν το έχω - αν μπορεί κάποιος να το συμβουλευθεί να μας πει.

#4
johnblack

Κάντε ρε κανα σέρτς πρώτα, φυσικά και δεν έχει καμία σχέση με αγγλικά, σημαίνει χτυπώ, γενικότερα κάνω. Μνημειώδες το φακκώ γυρούς = φέρνω βόλτες, δίνει εκατοντάδες χτυπήματα.. Επίσης (άσχετο), σύρνω αυκά βούρκα στον τοίχο = πετάω κλούβια αυγά στον τοίχο = δεν κάνω τίποτα, ουσιαστικώς μαλακίζομαι.

#5
iron

καλέ ερώτηση έκανα ντε, όχι δήλωση, και δη χαριτολογώντας, πωπωωωωωω