Διακριτικά (Παρ.1). Ως αυτούσια φράση χρησιμοποιείται συχνά σε περιπτώσεις όπου κάποιος χάσκει ή απλώς κοιτά επιμόνως κάτι ή κάποιον, για να του υπενθυμιστεί πως είναι αγενές ή πως μπορεί να τραβήξει την προσοχή επάνω του (Παρ.2).

Έχει επίσης και την παρεμφερή σημασία «μη βεβιασμένα» ή και «φυσικά». Με αυτήν την έννοια περιγράφει πολύ συχνά σινιάλα τα οποία είναι σημαντικό να μη γίνουν πολύ εμφανή λόγω υπερβάλλοντος ζήλου (Παρ.3). Τέλος, μπορεί να σημαίνει απλώς «προσεκτικά» (Παρ.4).

  1. Και που λες, πλησιάζω με τρόπο, να ακούσω τι λένε...

  2. - Ρε συ, για κοίτα τον αυτόν εκεί. Πόσο τόφαλος μπορεί να είναι; (απότομο γύρισμα του κεφαλιού, άνοιγμα στόματος, βλέμμα της αγελάδας που βλέπει τα τρένα να περνούν στραμμένο προς τον περί ου ο λόγος παχύσαρκο):
    - Με τρόπο, ρε, μη γίνουμε ρεζίλι...

  3. Λοιπόν, όπως είπαμε, μόλις τον δεις να έρχεται, βήξε, αλλά με τρόπο, ε; Όχι σαν φυματικός...

  4. Για άνοιξε την πόρτα με τρόπο, να δούμε, έφυγε το κοπρόσκυλο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified