1. Μουρντάρης (ψήνει πολλά πιπέρια).
  2. Κουτσομπόλης.
  1. Πωπω ο Θεμιστοκλής πολύ πιπεριάρης και δεν του φαίνεται, δέκα δέκα τις έχει τις γκόμενες!

  2. Καλά, ο Πίπης είναι τόσο πιπεριάρης που ξέρει τα πάντα πριν γίνουν!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified