Ο γλοιώδης, ο γλίτσας, ο γυμνοσάλιαγκας.
Άνθρωπος ο οποίος σέρνεται, αφήνοντας πίσω του υπόλευκη κολλώδη ουσία.
- Αυτός ο γλιμούτσης ο Πέτρος έκανε για λίγο καιρό την παρηγορήτρα και σύντομα την έπεσε στην πρώην γκόμενα του κολλητού του.
Ο γλοιώδης, ο γλίτσας, ο γυμνοσάλιαγκας.
Άνθρωπος ο οποίος σέρνεται, αφήνοντας πίσω του υπόλευκη κολλώδη ουσία.
- Αυτός ο γλιμούτσης ο Πέτρος έκανε για λίγο καιρό την παρηγορήτρα και σύντομα την έπεσε στην πρώην γκόμενα του κολλητού του.
Got a better definition? Add it!
0 comments