Στο ποδόσφαιρο, ο παίκτης που δεν παίζει αλλά παραμένει στον πάγκο.

Κυρίως απαξιωτικός χαρακτηρισμός για παίκτες που δεν το 'χουν, είναι παλτά και γι' αυτό ο προπονητής δεν τους βάζει να παίξουν. Ή δεν θα έπρεπε να τους βάζει.

Παγκίτης όμως είναι και ο παίκτης που δεν έπαιξε σε κάποιον συγκεκριμένο αγώνα για άλλους λόγους, π.χ. λόγω τραυματισμού ή επειδή ο προπονητής του τον προστατεύει εν όψει σημαντικότερης αναμέτρησης. Επίσης είναι και ο παίκτης που ξεκίνησε στον πάγκο αλλά μπήκε στο παιχνίδι ως αλλαγή.

1α. Από εδώ:

CB: Cante (gia mena apo auta pou exw akousei fenetai kali periptwsi kai oxi pagitis se sxesi EIDIKA me auton ton videokaseta to sarriegi)

1β. Από εδώ:

akraia back(holebas-modesto) oute gia protathlitismo vita ethnikis...oi metaggrafes tou valverde DEN(ourtado mono gia pagitis dil trito haf k fouster se mia pliri 11ada mono k afto ipo sizitisi...)

2α. Από εδώ:

Παγκίτης και πάλι ο Μπέκαμ. «Αισθάνομαι μεγάλη απογοήτευση όποτε δεν μπορώ να παίξω. Αλλά δουλεύω σκληρά ώστε να επιστρέψω όσο γίνεται πιο σύντομα» [σ.ς. είναι τραυματίας]

2β. Από εδώ:

Ανετη επικράτηση του Εργοτέλη επί της Κέρκυρας με 3-0, σπουδαίο παιχνίδι από τον «παγκίτη» Βερπακόφσκις.

Got a better definition? Add it!

Published