Λέξη ευρέως χρησιμοποιούμενη εις την κρητικήν, ιδίως κατά τα παιδικά παιχνίδια, αλλά και γενικότερα: ζαβολιά, απάτη, κλεψιά, cheat - κατά τους φίλους μας τους Αμερικανούς.

Χιλετζιάρης είναι αυτός που κάνει χιλετζιές.

- Όταν ο Κωστάκης «τα φυλάει» κάνει χιλετζιές, όλο κοιτάζει και βλέπει που κρυβόμαστε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
john386

χαχαχα! Θυμάμαι μικρός στις αλάνες το άκουγα και σαν «γλετζιά» ή «γλεντζιά»!

#2
deinosavros

Τουρκ. hile = απάτη, κομπίνα > hileci = απατεώνας.