Κλασική έκφραση που χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις ασέβειας, ειρωνείας ή χλευασμού προς κάποιο πρόσωπο, το οποίο στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι κατά πολύ ανώτερο από αυτόν που σηκώνει κεφάλι.

Συνώνυμες εκφράσεις:

- Έβγαλε η μύγα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο
- έκανε η μύγα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο
- Ξύπνησαν οι καπότες και γαμάνε μόνες τους
- Σηκώθηκαν τα αγγούρια να γαμήσουν τον μανάβη
- Σηκώθηκαν τα σκατά και τράβηξαν καζανάκι
- Σηκώθηκαν τα ρηχά πιάτα και ζητάνε σούπα

- Πήρα το Fifa 12. Μπες στο PSN απόψε να σε παίξω.
- Τι να παίξεις ρε μπαγλαμά; Level 20 κι έχω σαρώσει όλα τα trophies. Σηκώθηκαν τα πόδια τώρα να χτυπήσουν το κεφάλι.

(από HardcoreGR, 04/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified