Ο ενοχλητικός τύπος που κολλάει απρόσκλητος σε μια παρέα και σε ξενερώνει.
Επίσης αυτός που έχει «μπαστακωθεί», βλ. μπαστακώνομαι, κατσικώνομαι επίμονα και πεισματικά σε μια θέση, έχοντας γίνει ενοχλητικός.
- Πώς περάσατε χτες το βράδυ;
- Πώς να τα περάσουμε ρε συ που είχαμε τον μπάστακα όλη την ώρα μες στα πόδια μας; Ούτε μια κουβέντα της προκοπής δεν μπορούσαμε να πούμε.Αφού στο 'χω πει ρε, όταν γράφω δε θέλω να κάθεσαι σα μπάστακας πάνω απ' το κεφάλι μου! Δε μπορώ να συγκεντρωθώ!
1 comment
iron
ως η σλαγκαρχίδω του σάη οφείλω να είπω ότι το λήμμαν παίζει και στο λκν...