Παράδειγμα -Τι έπαθες ρε και κατσούφιασες; -Ε, να, σκέφτομαι τι θα γίνει αν με πάρουν σ' αυτή τη δουλειά που έχω κάνει τα χαρτιά μου στην επαρχία. -Ε, τι θα γίνει; -Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να μετακομίσουμε με τη Μαίρη και να ζήσουμε μόνιμα εκεί. Και μεθαύριο θα κάνουμε και κανα δυο παιδιά. Θα μπορέσουμε να τους προσφέρουμε όλα όσα χρειάζονται σε μια μικρή επαρχιακή πόλη; Άσε που όταν μεγαλώσουν και θέλουν να σπουδάσουν θα πρέπει πάλι να φύγουνε. Πάλι μετακομίσεις, έξοδα, ενοίκια κλπ. κλπ. Κι αν δεν περάσουν στην ίδια πόλη... -Ε, καλά ρε φίλε έτσι θα το πάμε τώρα; Σκεπαρνοσκοτωμένο μου παιδί δηλαδή; Κάθεσαι και αγχώνεσαι για όσα θα γίνουν τα επόμενα 20 χρόνια στη ζωή σου;
Έκφραση που προέρχεται από παλιό παραμύθι και που λέγεται όταν κάποιος κλαίει και μοιρολογάει εκ των προτέρων για συμφορές και κακά που φαντάζεται ότι θα έρθουν στο μέλλον με βάση εντελώς ακραία και παράλογα σενάρια. Το παραμύθι πολύ σύντομα: Ήταν ένα ζευγάρι και είχε μια κόρη. Άπαντες ήταν πολύ κουτοί, αυτό που λέμε άι κιου ραδικιού. Όταν η κοπέλα έφτασε σε ηλικία γάμου παρόλη την χαζομάρα της κατάφεραν και της βρήκαν για γαμπρό ένα καλό παιδί, ας τον πούμε Γιώργο. Την αρραβώνιασαν λοιπόν και κάλεσαν το γαμπρό να φάνε όλοι μαζί. Λέει ο πατέρας "δεν πας κόρη μου να μας φέρεις λίγο κρασί από το κελάρι;". Πάει η κοπέλα και όπως έβαζε το κρασί κοιτάει ψηλά και βλέπει ένα σκεπάρνι καρφωμένο σ' ένα δοκάρι στο ταβάνι ακριβώς πάνω από το κεφάλι της. Και αρχίζει και σκέφτεται: "Φαντάσου λέει να παντρευτώ το Γιώργο και να κάνουμε ένα γιο και να τον βγάλουμε Γιάννη. Και όταν μεγαλώσει και γίνει παλικάρι να το στείλει μια μέρα ο πατέρας του να φέρει κρασί από αυτό εδώ το κελάρι. Και να πέσει αυτό το σκεπάρνι στο κεφάλι του και να το σκοτώσει! Αχ Γιάννη μου, αδικοσκοτωμένο μου παιδί, σκεπαρνοσκοτωμένο μου παιδί!". Και παρατάει το κρασί κι αρχίζει να κλαίει και να θρηνεί το σκεπαρνοσκοτωμένο της παιδί! Οι άλλοι πάνω αρχίζουν ν' ανησυχούν που αργεί και στέλνει ο πατέρας τη μάνα να πάει να δει τι γίνεται. Πάει η μάνα κάτω, βρίσκει την κόρη να κλαίει, αυτή της λέει την ιστορία κι αρχίζουν τώρα να κλαίνε κι οι δύο μαζί, η μια το παιδί της και η άλλη το εγγόνι της! Σε λίγο πάει και ο πατέρας να δει τι γίνεται, του λένε κι αυτουνού την ιστορία, και αρχίζει κι αυτός τα κλάματα και τα μοιρολόγια. Στο τέλος πάει κι ο γαμπρός και τους βρίσκει και τους τρεις να κλαίνε και να οδύρονται. "Γιατί κάνετε, έτσι, τι έγινε;" τους λέει κι αυτοί του λένε πάλι την ιστορία με το αδικοσκοτωμένο παιδί τους. "Ε, καλά, και γιατί δεν το ξεκαρφώνετε;" λέει αυτός και ανεβαίνει σ' ένα σκαμνί και ξεκαρφώνει το σκεπάρνι από το δοκάρι!