Συνάπτω ερωτική σχέση με κάποιον, τα φτιάχνω. Έχει κυρίως αρνητική σημασία: ο ομιλών εκφράζει την αποδοκιμασία του για την σύναψη του δεσμού, για τον/την σύντροφο ή και για τα δύο.
Κάπως παλιομοδίτικο και ελαφρώς θείτσικο.
Βλ. και σχήμα γνωστού αγνώστου.
- Από εδώ:
ΣΟΚ! Η Nicole Kidman τα «έμπλεξε» με κατάδικο και γέμισε μώλωπες μετά από μια παθιασμένη νύχτα!!!
- Από εδώ:
Η «δασκάλα της χρονιάς» τα έμπλεξε με 15χρονο μαθητή.
- Από εδώ:
Μετά χωρίσαμε βέβαια, γιατί εγώ πήγα και στρατιώτης. Εκεί πού υπηρετούσα έμαθα ότι η κοπέλα αυτή τα είχε μπλέξει με κάποιον άλλο, για λίγο καιρό βέβαια αλλά μετά χώρισε…
1 comment
σφυρίζων
Καρακλασικό.