1. Αυτός που το έχει σκάσει από κάπου, αυτός που δεν βρίσκεται εκεί που οφείλει. Βλ. και κατσάκι, κοπάνα, την κοπανάω, το σκάω.

    α. Από εδώ:
    Είμασταν μονάδα από τις πιο καραχύμα της επικράτειας, οι μισοί ήταν σκαστοί, και με το που μυρίστηκαν όλοι ότι κάτι παίζεται, σε λίγα λεπτά ήταν όλοι πίσω χωρίς να τους έχει φωνάξει κανένας

    β. Από εδώ:
    Hταν πολύ φιλικός σαν να με ήξερε χρόνια. Εκτίμησα το γεγονός ότι ήρθε σκαστός από την δουλειά του.[/I]

  2. Αυτός που κάνει ήχο έκρηξης, κυρίως μεταφορικά. Η ενέργεια που ολοκληρώνεται με ένταση, με πάταγο. Βλ. και σκάω, σκασίδι. Πρβλ. σκασάκια, μπραφ.

    α. Από εδώ:
    H κυβέρνηση θέλει να πνίξει το σκαστό σκάνδαλο της Zίμενς

    β. Από εδώ:
    Σκαστό ψεύδος!

    γ. Από εδώ:
    Παρακαλώ, δώστε ένα σκαστό φιλί στο γιο σας όταν έρθει, και τα συγχαρητήριά μου φυσικά!

    Ως εδώ λεξικογραφημένα, π.χ. εδώ.

  3. Το κομμάτι της ποινής φυλάκισης ή κάθειρξης που κάποιος πραγματικά εκτίει στη φυλακή. Έλκει την νοηματική του προέλευση πιθανόν από το 2 παραπάνω, ως δηλαδή «καταβαλλόμενα» χρόνια που δεν σηκώνουν βερεσέ.

    α. Από εδώ:
    Δεν ελπίζω πια σε καμία αποφυλάκιση. Με το σύστημα των συγχωνεύσεων, παρανομούν εις βάρος μου. Δηλαδή εγώ για να αποφυλακιστώ θα πρέπει να εκτίσω 30 χρόνια “σκαστά” και ό,τι μου έχει καταλογιστεί με την ποινή του κ. Περικλή Παναγόπουλου.

    β. Από εδώ:
    Ο Παπακ. πρέπει να φυλακισθεί για καμιά δεκαριά χρόνια, -σκαστά, εννοώ-, μόνο και μόνο για το θράσος του να λέει κατάμουτρα στον ελληνικό Λαό ότι “έχασε” το CD.

    γ. Από εδώ:
    Εξίμισι χρόνια σκαστά στην Κέρκυρα, δεσποινίς μου. Εξίμισι χρόνια και τις πλήρωσα όλες τις μέρες, μία προς μία. Εχεις πάει ποτέ στην Κέρκυρα;[/I]

  4. Η μπαλιά, το σουτ, το γκολ ή το καλάθι κλπ που περιλαμβάνει γκέλα της μπάλας στο έδαφος.

    Από εδώ:
    ο Καραγκούνης εκτέλεσε φάουλ, ο Πατς έδιωξε, ο Μήτρογλου έκανε ένα σκαστό σουτ και ο «Τόρο» μπήκε στην πορεία της μπάλας και [...]

  5. Το μηχανοκίνητο μεταφορικό μέσο (ιδίως μηχανάκι) όταν το βάζουμε μπρος με σμπρώξιμο και εισαγωγή ταχύτητας στο κιβώτιο (λόγω αποφόρτισης της μπαταρίας κλπ).

    α. Από εδώ:
    Τώρα που το συζητάμε έχω μια απορία, στη γριά αρκετές φορές το έβαλα «σκαστό» με ψεκαστά όμως τι παίζει; Υπάρχει πρόβλημα να το «σκάσεις» αν δεις ότι δεν έχεις άλλη επιλογή;

    β. Από εδώ:
    δεν περνει μπρος... ουτε «σκαστό»!!! Καλημέρα! χθες έμεινα απο...(δε ξερω τι) στο παρκιν στα carrefour ευκαρπίας. πηγα μια χαρά και εκεί που θέλησα να φήγω... τίποτα...!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
patsis

Στην έρευνα επίσης προέκυψαν οι εξής χρήσεις:

  1. Από εδώ:

Δέσιμο γραβάτας. Σκαστός και διπλός κόμπος

  1. Από εδώ:

κοτόπουλο με σκαστά μακαρόνια

  1. Από εδώ:

Πόκα – Λαγουδάκι σκαστό

#2
vikar

Καμπάκ πάτσις;... Θα μας ρίξεις τώρα καμιά δεκαπενταριά ορισμούς σκαστά σε φάση;

#3
patsis

Όχι, όχι... Κυρίως ανέβασα τον ορισμό για την 3η σημασία, η οποία είναι μάλλον ενδιαφέρουσα.

#4
vikar

Ρε κάν' ενα καμπάκ να γουστάρουμε που μας το παίζεις και δύσκολος...

Η σημασία που λές όντως ενδιαφέρουσα. Προσωπικά δέν το ήξερα.

#5
dryhammer

«Έφαγα βραστά σκαστά κουκιά με τη βραστή σκαστή κουτάλα»
Γλωσσοδέτης από τά παιδικάτα μου

#6
Galadriel

Έφαγα βραστά σκατά ςτφ

#7
deinosavros

Φτου κακά.