Αυτός που ψωλαρμενίζει, που τα ξύνει.
Απο Ελληνοφρένεια: - (γηραιά κυρία) Δεν τον έχεις ακούσει πώς μιλάει αυτόν το Γιώργο (ΓΑΠ); Σαν Αρμένης. - (Αποστόλης) Τι; - Σαν Αρμένης! - Ο Γιώργος δεν είναι Αρμένης. Είναι ψωλαρμένης.
Got a better definition? Add it!
Published 2013-09-26 05:48:01+00:00
σφυρίζων
2013-09-26 07:03:28+00:00
Ψωλαρμένικη βίζιτα.
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.
1 comment
σφυρίζων
Ψωλαρμένικη βίζιτα.